Ο ιμπεριαλισμός σκοτώνει κάθε μέρα περισσότερους ανθρώπους από οποιαδήποτε πανδημία Τί συμβαίνει στο Αφγανιστάν;

scroll for english, farsi

Συντρόφια από το Αφγανιστάν και το Ιράν που συμμετέχουν στη συνέλευσή μας, έγραψαν το παρακάτω κείμενο για την κατάσταση στο Αφγανιστάν.

—-

Ο ιμπεριαλισμός σκοτώνει κάθε μέρα περισσότερους ανθρώπους από οποιαδήποτε πανδημία

Τί συμβαίνει στο Αφγανιστάν;

Από την εποχή του Α’ ΠΠ, τα αποικιοκρατικά Ευρωπαϊκά κράτη και οι ΗΠΑ έχουν εξαπολύσει μια αδιάκοπη εκστρατεία εγκληματικών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στην δυτική Ασία.

Από τις στρατιωτικές επιθέσεις, τις κατοχές, τα πραξικοπήματα, του λιμούς, τις κυρώσεις, τις οικονομικές πιέσεις και τις πολιτικές παρεμβάσεις για την εγκαθίδρυση υποτακτικών κυβερνήσεων-μαριονετών μπορούμε να συμπεράνουμε πως οι λαοί αυτής της περιοχής δεν έχουν βιώσει ειρήνη για πάνω από έναν αιώνα. Οι ιμπεριαλιστικές χώρες έχουν χαράξει σύνορα και έχουν ιδρύσει έθνη-κράτη όπως το εγκληματικό κατοχικό κράτος του Ισραήλ. Κατασκεύασαν και πυροδότησαν θρησκευτικές διαμάχες εκεί που αυτές δεν υπήρχαν. Με κάθε διαθέσιμη μέθοδο αποσταθεροποίησης, αυτές οι ιμπεριαλιστικές χώρες μετέτρεψαν μία ανεξίθρησκη και ειρηνική περιοχή σε ένα από τα πιο ασταθή και χαοτικά μέρη στον κόσμο.

Το Αφγανιστάν δεν αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση σε αυτό το ιστορικό περιεχόμενο. Μετά την επινόηση της χώρας στις αρχές του 20ου αιώνα, διαφορετικές εθνικές ομάδες, γλώσσες και

θρησκείες συμπιέστηκαν βίαια εντός ενός κοινού χώρου. Οι προαναφερθείσες διαφορές έχουν εργαλειοποιηθεί κατ’ εξακολούθηση σε συγκρούσεις και πολέμους. Επειδή βρισκόταν μεταξύ της ΕΣΣΔ και της Κίνας, το Αφγανιστάν απέκτησε κρίσιμο γεωπολιτικό ρόλο κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Από το 1979 ως το 1988, περισσότερα από 10 κράτη ενεπλάκησαν στον πόλεμο-δι’-αντιπροσώπων μεταξύ του ανατολικού και του δυτικού μπλοκ. Για σχεδόν 10 χρόνια, η ΕΣΣΔ και η Αφγανική κυβέρνηση πολεμούσαν εναντίων των ΗΠΑ, του Πακιστάν και ενός αριθμού Ευρωπαϊκών και Αραβικών χωρών, ένας πόλεμος που κόστισε πάνω από 1 εκατομμύριο σε θανάτους. Η προέλευση των Ταλιμπάν κρατάει από εκείνη την περίοδο, όταν τα δυτικά μπλοκ κατασκεύασαν και υποστήριξαν ισλαμιστικές ομάδες για να πολεμήσουν ενάντια στις κομμουνίστριες. Μετά το 1988, οι ΗΠΑ συνέχισαν να εκπαιδεύουν και να υποστηρίζουν τους Ταλιμπάν έως ότου οι δεύτεροι κατάφεραν να κατακτήσουν ολόκληρη την χώρα και να σχηματίσουν την δική τους κυβέρνηση το 1996.

Εντός της πενταετούς διακυβέρνησής τους, οι Ταλιμπάν διέπραξαν κατά του Αφγανικού λαού κάθε έγκλημα που μπορούσε να διεπραχθεί ενώ ο “ελεύθερος κόσμος” κρατούσε σιγή ιχθύος·γενοκτονίες κατά των Χαζάρα και τον Τατζίκων, λιθοβολισμούς, δολοφονίες, βασανιστήρια και οι βιασμούς γυναικών, μαζικές εκτελέσεις πολιτικών αντιπάλων (και όσων απλώς αρνούνταν να τους ακολουθήσουν) καθώς και καταστροφές χώρων ιστορικής κληρονομιάς. Όλα αυτά τα χρόνια, εκατομμύρια Αφγαν@ φύγαν από την χώρα και πήγαν στο Ιράν, στην Τουρκία και στην Ευρώπη. Μόνο στο Ιράν αυτή τη στιγμή βρίσκονται πάνω από 6 εκατομμύρια Αφγανές πρόσφύγ(ισσ)ες.

Το 2001, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ κατέκτησαν το Αφγανιστάν υπό το πρόσχημα του “πολέμου ενάντια στους Ταλιμπάν”. Σκότωσαν χιλιάδες αθώων ανθρώπων, εγκατέστησαν στρατιωτικές βάσεις και λεηλάτησαν όλους τους φυσικούς πόρους και τον πλούτο μέσω εκατοντάδων συμφωνιών με δυτικές επιχειρήσεις. Ενόσω εκμεταλλεύονταν την εργασία του λαού του Αφγανιστάν, δεν έγινε καμία απόπειρα να εγκατασταθούν πιο μακροπρόθεσμες οικονομικές και βιομηχανικές υποδομές.

Τώρα, μετά από 20 χρόνια κατοχής και λεηλασίας, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν άφησαν τίποτα πίσω τους παρά μόνο καμμένη γη και τους Ταλιμπάν ξανά στην εξουσία.

Πολιτική βία κατά γυναικών

Για όσο διάστημα οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ προετοίμαζαν την επίθεσή τους κατά του Αφγανιστάν, ένα από τα βασικά τους προπαγανδιστικά σχήματα ήταν η “απελευθέρωση των γυναικών”. Για εκείνα τα 20 χρόνια [της κατοχής], βέβαια, οι γυναίκες εξακολούθησαν να δολοφονούνται, να λιθοβολούνται και να καίγονται στην πυρά.

Οι βομβιστικές επιθέσεις σε σχολεία γυναικών, οι διώξεις, οι βιασμοί, η έμφυλη σκλαβιά, οι γάμοι-κατ-εξαναγκανασμό, η υποχρεωτικότητα στο φόρεμα της χιτζάμπ και οι κοινωνικές και οικονομικές απαγορεύσεις εξακολούθησαν να υπάρχουν ακόμα και υπό την επίβλεψη του ΝΑΤΟ και της υποτελούς σε εκείνο Αφγανικής κυβέρνησης. Ακόμα και οι γυναίκες που δούλεψαν στον στρατό, στους πολιτικούς θεσμούς και στην κυβέρνηση δεν γλίτωσαν αυτών των απαγορεύσεων.

Τώρα που οι Ταλιμπάν επέστρεψαν, τα πολύτιμα δικαιώματα και οι ελευθερίες των Αφγανών γυναικών, πράγματα που είχαν κατακτηθεί με αγώνες όλα αυτά τα χρόνια, χάθηκαν ξανά.

Φτώχεια και ναρκωτικά

Το Αφγανιστάν δεν είναι μία φτωχή χώρα. Το φυσικό τοπίο, οι πόροι και οι άριστες γεωργικές συνθήκες το καθιστούν ως μια χώρα μεγάλων οικονομικών προοπτικών. Παρ’ όλα αυτά, ο λαός παραμένει φτωχός. Για πολλά χρόνια, η οικονομία της χώρας βασιζόταν στην καλλιέργεια παπαρούνας και στην εξαγωγή του παραγόμενου οπίου στις γειτονικές χώρες. Αυτή η κατάσταση, όχι μόνο συνεχίστηκε κατά την διάρκεια της αμερικανονατοϊκής κατοχής αλλά εξαπλώθηκε, εκβιομηχανίστηκε και μετατράπηκε σε καπιταλιστική. Πολλ@ νεαρ@ Αφγαν@ έχασαν τις ζωές τους εξαιτίας αυτής της θανατηφόρας μπίζνας την ίδια ώρα που τα στελέχη της κυβέρνησης-μαριονέτας και οι οικογένειές τους πλούτιζαν καθημερινά. Από την άλλη πλευρά, οι προπαγανδιστές των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ μιλάνε για τα τρισεκατομμύρια που ξοδεύτηκαν στο Αφγανιστάν. Πού πήγαν όλα αυτά τα χρήματα; Διοχετεύτηκαν στις αμερικάνικες και πολυεθνικές εταιρίες, στις μετοχές των εμπόρων όπλων, των κατασκευαστών στρατιωτικών εγκαταστάσεων, των υπηρεσιών ασφαλείας και στις εξορυκτικές εταιρίες. Στην πραγματικότητα, αυτά τα λεφτά βγήκαν απ’το ένα μπατζάκι για να μπουν στο άλλο.

Και τώρα;

Οι Ταλιμπάν έχουν υπό τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος της χώρας ενώ η παρουσία του ISIS και της Αλ Κάιντα εξακολουθεί να υπάρχει. Αυτές οι οργανώσεις, καθώς και τα υπόλοιπα τερατουργήματα της CIA, έχουν αποσταθεροποιήσει και καταστρέψει ολόκληρη την περιοχή που ονομάζουμε Μέση Ανατολή. Η εξουσία παραχωρήθηκε στους Ταλιμπάν από την κυβέρνηση- μαριονέτα του Αφγανιστάν, η οποία απλώς ακολουθούσε τις εντολές των ΗΠΑ. [Το σημερινό καθεστώς] έχει την υποστήριξη του Πακιστάν, της Τουρκίας, του Κατάρ, των ΗΠΑ και όλων των Ευρωπαϊκών χωρών. Επισυνάπτουν συμφωνίες με την Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν, χώρες οι οποίες πιστεύουν πως το καθεστώς των Ταλιμπάν θα τους έρθει καλύτερα από το κατοχικό καθεστώς των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Ο λαός του Αφγανιστάν είναι μόνος του. Άνθρωποι εγκαταλείπουν πόλεις, χωριά, την ίδια τους την χώρα. Όμως, δεν έχουν πουθενά να πάνε. Όλες οι χώρες ανακοινώνουν πως δεν θα δεχθούν άλλες Αφγανές προσφύγισσες, χτίζοντας πάνω στις υπάρχουσες υποδομές και στο υπάρχον νομικό καθεστώς, που είναι έτσι φτιαγμένα ώστε να ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΥΝ συστηματικά τις Αφγανές.

Η περίπτωση του Αφγανιστάν, όπως εκείνες του Ιράκ, της Λιβύης και της Συρίας, απέδειξε πως η ιμπεριαλιστική στρατιωτική επέμβαση έχει ένα και μόνο αποτέλεσμα: την καταστροφή της χώρας, γενοκτονία και μαζική μετανάστευση.

Για την εξέγερση του λαού του Αφγανιστάν·

ΝΑ ΒΑΛΟΥΜΕ ΕΝΑ ΤΕΛΟΣ ΣΤΙΣ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΥΣ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΕΗΛΑΣΙΑ

ΝΑ ΔΕΧΘΟΥΜΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΦΓΑΝΕΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤ(ΡΙ)ΕΣ – ΧΑΡΤΙΑ ΓΙΑ ΟΛ@ ΝΑ ΔΙΑΛΥΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

συντροφια απο το ιραν και το αφγανισταν // solidarity with migrants

Imperialism kills more people every day than any pandemic

What is going on in Afghanistan?

Since the First World War, the colonising European states and the USA have been unrelenting in their deadly and criminal imperialist interventions in western Asia. Military attacks, occupations, coups, famines, sanctions, economic pressures and political interventions that install docile, puppet governments mean the people of this region haven’t lived in peace for over a century. Imperialist countries fabricated borders and invented Nation-States such as the criminal occupying state of Israel. They provoked religious conflicts and manufactured them when non existed. Through every method of destabilisation these imperialist countries turned a religiously tolerant and peaceful region into one of the most unstable and chaotic places in the world.

Afghanistan is not isolated from this context. After the invention of the country in the early 20th century forced together different ethnics, languages and religions, these differences have been continuously manipulated in conflicts and wars. Due to being located between USSR and China, Afghanistan gained crucial geopolitical importance during the Cold War. From 1979 to 1988, more than 10 states were involved in a proxy war in Afghanistan between the eastern and western blocks. For almost 10 years the USSR and Afghan government fought a war against USA, Pakistan and a number of European and Arab countries causing more than 1 million deaths. The origins of the Taliban were established during this period when Western blocks formed and supported Islamist groups in order to fight against communists. After 1988, USA continued to train and support the Taliban until they were able to occupy the whole country and form their own government in 1996.

Throughout 5 years of rule the Taliban committed every possible crime on the Afghan people under the silence of the “Free world”: genocides of the Hazara and Tajik populations, stoning, killing, torturing and raping women, mass executions of political opponents and those who simply refused to join them as well as destroying historic heritage sites. During all these years, millions of Afghans fled the country to Iran, Turkey and Europe. In Iran alone there are more than 6 million Afghan immigrants.

In 2001, USA and NATO occupied Afghanistan under the guise of fighting the Taliban. They killed thousands of innocent people, established military bases and plundered all the natural resources and wealth via hundreds of contracts for western corporations. While exploiting the labor of the people of Afghanistan, there were no attempts to put in place longer term economic or industrial infrastructures. Now, after 20 years of occupation and plundering, the USA and NATO have left behind a burnt field and the Taliban once again in full power and control.

Political violence against women

When USA and NATO were preparing their attack against Afghanistan, one of the main themes of their propaganda was the “Liberation of women”. For 20 years however, women were still getting killed, stoned and burned. The bombing of girls’ schools, persecution, rape, gender slavery, forced marriages, mandatory wearing of the hijab and social and economic repression were still continuing in the presence of NATO and their fellow Afghan government. Even women who worked for the army, political institutions and the government were not spared these repressions. Now that the Taliban are back, the very rare rights and freedoms that Afghan women had achieved by their own struggles all these years are lost again.

Poverty and drugs

Afghanistan is not a poor country. The natural landscape, resources and excellent agricultural conditions make it a country with a lot of economic potential. Despite this though the people remain poor. For many years the economy of the country has depended on the growing of poppies and exporting the resulting opium to neighbouring countries. This was not only continued under the US and NATO occupation but expanded, becoming increasingly industrialised and capitalistic. A lot of young Afghans lost their lives due to this fatal business whilst the members of the puppet government and their families were getting richer every day.

On the other side the US and NATO propagandists talk about the trillions of dollars spent in Afghanistan. Where did this money go? It went to American and multinational companies as well as the holdings of arms, military facilities, security agencies and mining corporations. In fact, that money has gone from one pocket to another.

And now?

The Taliban has taken control of most parts of the country while ISIS and Al Qaeda continue to also be present. They, alongside other CIA creatures have destabilised and ruined the so called Middle East. The Taliban have arms, money, soldiers and power. This power was handed to them by Afghanistan’s puppet government who simply followed US instructions. They have the support of Pakistan, Turkey, Qatar, USA and all the European countries. They’re making agreements with Russia, China and Iran who believe that a Taliban regime can be better than the American-NATO occupation. The people of Afghanistan are alone. They are leaving their villages, cities and their country. But they have nowhere to go. Every country is announcing that they won’t accept Afghan refugees anymore, building on existing material and legal measures that systematically REJECT Afghans.

The case of Afghanistan, like those of Iraq, Libya and Syria proved that imperialist military intervention has just one and unique result: destruction of the country, genocide and mass migration.

For the people of Afghanistan to rise up again:

STOP EVERY KIND OF FOREIGN IMPERIALIST INTERVENTION including supporting the Taliban.

STOP THE CAPITALIST EXPLOITATION AND PLUNDER

RECEIVE ALL AFGHAN REFUGEES AND GIVE PAPERS TO THEM ALL.

SMASH PATRIARCHAL IMPERIALIST CAPITALISM

 

Ένα πλαίσιο πολιτικής ανάλυσης των εμπειριών παρέμβασης σε camps και πόλη

 

Εισαγωγή

 

Το ελληνικό κράτος έχει μακρά παράδοση στη ρατσιστική διαχείριση προσφύγων και μεταναστ(ρι)ών που βρίσκονται εντός αυτού. Η διαρκής πολεμική κατάσταση και φτώχεια στη Μέση Ανατολή και την Αφρική (στην οποία ενεργητικά συμβάλλει το ελληνικό κράτος), οι πολιτικές αποκλεισμού και εκμετάλλευσης αλλά και η οικολογική καταστροφή αναγκάζουν εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη στα ευρωπαϊκά εδάφη. Ο σχεδιασμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όμως τους επιφυλάσσει ένα εφιαλτικό μέλλον, με το ελληνικό κράτος να βρίσκεται στα μετόπισθεν των επεκτατικών πολεμικών επεμβάσεων και στην εμπροσθοφυλακή του πολέμου κατά των μεταναστριών σε ευρωπαϊκό έδαφος.

 

Προχωρώντας σε μια σύντομη αποτίμηση της αντιμεταναστευτικής πολιτικής του ελληνικού κράτους μπορούμε αρχικά να σημειώσουμε ότι αυτή γενικά χαρακτηρίζεται από μια κίνηση από έξω προς τα μέσα, από τον πόλεμο και αποκλεισμό στη συμπερίληψη με όρους υποτίμησης και εκμετάλλευσης: ξεκινά με την “εξωτερικοποίηση” των συνόρων, όπου χώρες μακριά από την Ελλάδα και την Ε.Ε (όπως η Λιβύη, με τη γνωστή συνεργασία Ελλάδας-Ιταλίας-λιβυκού λιμενικού και την αναπαραγωγή συνθηκών δουλεμπορίου στη Β.Αφρική) γίνονται οι πρώτοι “φραγμοί” στην κίνηση των μεταναστών, έπειτα με τον έλεγχο και την απώθηση των μεταναστ(ρι)ών στα χερσαία και τα θαλάσσια σύνορα, συνεχίζεται με τις συλλήψεις και τον μακροχρόνιο εγκλεισμό σε στρατοπεδικές δομές κράτησης και ολοκληρώνεται με τους μόνιμους αποκλεισμούς και τις διακρίσεις που βιώνουν στην καθημερινότητά τους στο εσωτερικό της χώρας όλοι/-ες οι μετανάστες/-στριες, ακόμα και όσοι/-ες πληρούν τα πλέον αυστηρα κριτήρια νομιμότητας που θέτει ο κρατικός μηχανισμός.

 

Από το 1990 μέχρι το 2008, με τη μεσολάβηση των ολυμπιακών αγώνων το 2004, το ελληνικό κράτος ακολούθησε μια στρατηγική “επιλεκτικής χρησιμοποίησης” με έμφαση στην παρανομοποίηση* των μεταναστών/στριών για την εργασιακή τους εκμετάλλευση, σε μια ελληνική οικονομία που αναπτυσσόταν κυρίαρχα στον τομέα των κατασκευών, αναζητώντας επιπλέον φτηνά εργατικά χέρια αγροτών-εργατών/τριών, οικιακών βοηθών, νοσηλευτριών, σεξεργατριών κ.α. Μετανάστες/στριες έφταναν στην Ελλάδα από τις άλλες βαλκανικές χώρες και από τις εμπόλεμες ζώνες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, όπου το ελληνικό κράτος συμμετείχε στο πλαίσιο νατοικών και ευρωπαικών επιχειρήσεων (π.χ Ιράκ, Αφγανιστάν). Την ίδια περίοδο η κρατική βία και η ρατσιστική υποτίμηση στην Ελλάδα συμπλήρωναν την εργασιακή εκμετάλλευση, όπως κατήγγειλαν οι ίδιες οι μετανάστριες: Βίαιες επαναπροωθήσεις στα σύνορα, άτυπη παρατεταμένη κράτηση και βασανισμοί στα αστυνομικά τμήματα, άθλιες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης, φασιστικά πογκρόμ.

 

Η στρατηγική αυτή δεν άλλαξε στη συνέχεια, αλλά εξελίχθηκε και εμπλουτίστηκε. Με την οικονομική κρίση του 2008, τις αραβικές εξεγέρσεις του 2011 και την κλιμάκωση των πολεμικών συγκρούσεων στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, ο αντιμεταναστευτικός πόλεμος της Ελλάδας οξύνθηκε και συστηματοποιήθηκε, παράλληλα με τη συστηματοποίηση του πολεμικού άξονα Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ-Αιγύπτου, συμπληρώντας το ήδη υπάρχον πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε.

Παρακάτω θα ξεχωρίσουμε τρεις βασικές και αλληλοδιαπλεκόμενες συνιστώσες του αντιμεταναστευτικού πολέμου και της διαχείρισης των πληθυσμών από την μεριά του κράτους και της Ε.Ε.: τα pushbacks στα σύνορα του Έβρου, την διοικητική κράτηση και το σύστημα των κέντρων κράτησης, το σύστημα των καμπς.

 

 

*Ως ”παρανομοποίηση” μπορούμε να ορίσουμε τη σκοπιμη κρατική παραγωγη των μεταναστων/στριών ως παρανομων με σκοπό την αποστέρησή τους από εργασιακά και άλλα δικαιώματα και με στόχο την εκμετάλλευσή τους. 

 

 

 Η θωράκιση του Έβρου και οι επαναπροωθήσεις

 

Ο φράχτης του Έβρου είχε αρχίσει να συζητιέται από την ελληνική αστυνομία και το στρατό το 2005, ακολούθησε επίσκεψη του αρχηγού της ΕΛΑΣ Δημοσχάκη (ταυτόχρονα αξιωματούχος του Στρατού) στις ΗΠΑ επί προεδρίας Μπους, και διακρατική συνεργασία Ελλάδας-ΗΠΑ που αξιοποιούσε την εμπειρία του τείχους του Μεξικού. Ακολούθησε εκπαίδευση το 2008 ελλήνων αστυνομικών από αμερικανούς αστυνομικούς, και ο φράχτης του Έβρου άρχισε να χτίζεται επί υπουργίας Παπουτσή και αρχηγού Γ.Ε.Σ Φράγκου το 2011. Το 2015 λίγο μετά την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην εξουσία, ο τότε υπουργός μεταναστευτικής πολιτικής Γιάννης Μουζάλας, απέκλεισε το ενδεχόμενο να γκρεμιστεί ο φράχτης του Έβρου.

“Υπάρχουν τεχνικά ζητήματα που σε αυτή τη φάση δεν καθιστούν πρόσφορη την ιδέα να ανοίξει ο Έβρος”, είπε τότε σε συνέντευξη του στο Βήμα της Κυριακής.

 

Οι πολλαπλές μαρτυρίες μεταναστριών που έχουν επαναπροωθηθεί από τα σύνορα του Έβρου (pushbacks) συγκλίνουν σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο που υποδεικνύει μια παγιωμένη και καλά συντονισμένη πρακτική απώθησης: Η σύλληψή τους από στρατό και αστυνομία ακολουθείται από την κράτηση τους σε αστυνομικά τμήματα ή άλλους χώρους όπως αποθήκες ή στρατώνες σε απάνθρωπες συνθήκες, δίχως τροφή ή νερό. Οι δεσμοφύλακες προβαίνουν συστηματικά στην αφαίρεση προσωπικών αντικειμένων, ακόμα και των ρούχων των μεταναστών, αλλά και στη χρήση ακραίας βίας που μπορεί να φτάσει μέχρι και σε εικονικές εκτελέσεις. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι αναφέρεται από κάποιους μετανάστες η συμμετοχή στις περιγραφόμενες πρακτικές προσώπων που φορούν διακριτικά, τα οποία δεν παραπέμπουν ούτε σε αστυνομικές αρχές αλλά ούτε και στον στρατό. Τελικά, οι μετανάστες οδηγούνται σε βάρκες στο ποτάμι του Έβρου απ’ όπου και επαναπροωθούνται στην Τουρκία. Φυσικά, η προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία της καταγραφής και της δυνατότητας για αίτηση ασύλου παρακάμπτεται, όπως έχουν αποδείξει ακόμα και πολλοί διεθνείς οργανισμοί, φορείς και δημοσιογραφικές έρευνες. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Guardian, τα μέλη της Ευρωπαικής Ένωσης χρησιμοποίησαν παράνομες (εκτός από τις νόμιμες) μεθόδους στα σύνορα για να επαναπροωθήσουν πάνω από 40.000 αιτούντες άσυλο από τα ευρωπαικά σύνορα εν μέσω πανδημίας, με αποτέλεσμα το θάνατο τουλάχιστον 2000 ανθρώπων.

 

Ο φράχτης του Έβρου ενισχύθηκε και επεκτάθηκε πρόσφατα,ενώ η ελληνική αστυνομία θα τοποθετήσει στα σύνορα το «ηχητικό κανόνι» LRAD, που έχει χρησιμοποιηθεί από ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη με εμπειρία στην κατάστολή πληθυσμών (όπως το αμερικανικό και το ισραηλινό κράτος), για να το χρησιμοποιήσει εναντίον των μεταναστών/στριών αλλά και των ντόπιων «άτακτων πληθυσμών».

 

                 Η πρόσφατη ιστορία της Αμυγδαλέζας και των κέντρων κράτησης

 

Άλλο παράδειγμα της εξέλιξης του αντιμεταναστευτικού πολέμου του ελληνικού Κράτους και της συνεργασίας Ν.Δ-ΣΥΡΙΖΑ είναι η Αμυγδαλέζα.

 

Το κέντρο κράτησης βρίσκεται στις εγκαταστάσεις της Σχολής της Αστυνομίας. Η ίδρυση του έγινε το 2012 επί Χρυσοχοΐδη όταν κάλεσε τους δήμους να του στείλουν χώρους όπου θα μπορούσαν να γίνουν τα 30 στρατόπεδα που είχε δεσμευτεί ότι θα ανοίξει. Όταν

άνοιξε είχε περίπου 90 διπλά κοντέινερ. Ο Ξένιος Δίας ξεκινά τον Αύγουστο του 2012 πραγματοποιώντας κρατικά πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας και προμηθεύοντας σταθερά το κέντρο κράτησης της Αμυγδαλέζας και της Πέτρου Ράλλη με μετανάστριες/ες. Αυτές ήταν κυρίως από Πακιστάν,αλλά και Αφγανιστάν, Μπαγκλαντες, μετά λιγότερες/οι από Αλβανία, Γεωργία, Μαρόκο, Σομαλία κλπ. Γενικότερα ήταν ξεκάθαρα πρακτική μαζικής κράτησης με σκοπό την αποτροπή και όχι την απέλαση. Το Μάρτιο του 2014 βγαίνει η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του κράτους

που επιτρέπει την κράτηση πάνω από 18 μήνες (μετονομάζοντας τη ως περιοριστικό μέτρο ελευθερίας καθώς η κράτηση πάνω από 18 μήνες είναι παράνομη). Οπότε πλέον υπάρχει κόσμος που είναι 22,24,26 μήνες μέσα, και κόσμος που διανύει δεύτερο δεκαοχτάμηνο.

 

Όταν ανοίγει η Αμυγδαλέζα δεν έχει ακόμα ιδρυθεί η υπηρεσία Ασύλου. Αυτό είναι αρκετά σημαντικό γιατί κόσμος από αυτούς που βρίσκονταν Αμυγδαλέζα είχαν προσπαθήσει να καταθέσουν αίτηση ασύλου και δεν είχαν μπορέσει (την εποχή εκείνη μαζεύονταν κάθε μέρα 2.000 άτομα στην Π. Ράλλη και έπαιρναν 20 αιτήσεις). Όταν μεταφέρθηκε το άσυλο στην υπηρεσία ασύλου το

2013 ιδρύθηκε το κλιμάκιο της Αμυγδαλέζας που πήγαινε και κατέγραφε τη βούληση για άσυλο. Υπήρχαν πάρα πολύ μεγάλες καθυστερήσεις στην καταγραφή της βούλησης και στην αίτηση. Υποτίθεται οι αιτήσεις κρατουμένων εξετάζονται ταχύτερα αλλά μέχρι να γίνει καταγραφή κλπ

περνούσε ένα 6μηνο και μετά άρχιζε να μετρά ο χρόνος για τη συνέντευξη.

Τους μετέφεραν Κατεχάκη για τη συνέντευξη. Η υπηρεσία ασύλου σταθερά όταν λάμβανε τις αιτήσεις εισηγούταν συνέχιση της κράτησης μέχρι την εξέταση.

 

Από τότε μέχρι σήμερα η Αμυγδαλέζα δεν είναι παρά μια φυλακή, χωρίς στοιχειώδεις παροχές για τους κρατούμενους/ες, ενώ επεκτείνεται συνεχώς από το 2016 και μετά. Αντίθετα με τις διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και το προσωρινό ‘άδειασμα” του κέντρου κράτησης, στις 20 Σεπτεμβρίου του 2016 ο ΣΥΡΙΖΑ, με υπουργό Προστασίας τον Τόσκα, ανακοινώνει τη συνέχιση της λειτουργίας της Αμυγδαλέζας ως κλειστού κέντρου κράτησης, ενώ το 2018, με υπουργική απόφαση, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αποφασίζει την παράταση της λειτουργίας όλων των ΠΡΟΚΕΚΑ (ΠΡΟΚΕΚΑ Ταύρου, Αμυγδαλέζας, Κορίνθου,  ως τη 31 Δεκεμβρίου 2022.

 

                   Από το 2015 στη γενίκευση των στρατοπέδων συγκέντρωσης

 

Ανάμεσα στο 2015 και το 2016, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κάνει  τη μετάβαση από μια φαινομενική “αντιρατσιστική στάση” στη συνέχεια του αντιμεταναστευτικού πολέμου του ελληνικού κράτους. Η αντιμεταναστευτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με τη στρατιωτικοποίηση της διαχείρισης των μεταναστών/στριών, ήταν η απάντηση του ελληνικού Κράτους στους αγώνες μεταναστών/στριών για την ελευθερία κίνησής τους και στο αντιρατσιστικό κίνημα αλληλεγγύς. Το 2015 Ε.Ε και ελληνικό κράτος κάνουν λόγο για “έκρηξη των μεταναστευτικών ροών” που απαιτεί ένα νέο σύστημα “διαχείρισης του μεταναστευτικού”. Η αρχική δήθεν “ανοιχτότητα” της ελληνικής κυβέρνησης και των ευρωπαικών αρχών αντικαθίσταται από μια νέα συμφωνία Ε.Ε-Τουρκίας για τον “έλεγχο των ροών”. Ένα κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τότε κλείνει μιλώντας για τα πρώτα δύο «συστήματα hot spot» σε Ελλάδα και Ιταλία. Η συμφωνία Ε.Ε-Τουρκίας, άρα και Ελλάδας-Τουρκίας που αποτυπώθηκε στην Ελλάδα με το Ν. 4375/2016, αποτέλεσε τομή δημιουργώντας ένα νέο σύστημα camp-hot spot, το οποίο ίσχυε και ισχύει σε γενικές γραμμές μέχρι σήμερα. Μεταξύ άλλων, η συμφωνία αυτή προέβλεπε ότι  μέχρι την εξέταση του αιτήματος ασύλου οι μετανάστες αυτοί παραμένουν έγκλειστοι στα χοτ-σποτ που μετατρέπονται σε κλειστά κέντρα κράτησης σε Λέσβο, Χίο, Λέρο και Σάμο για μέγιστο χρονικό διάστημα ενός μήνα. Στη συνέχεια αν δεν έχει εξεταστεί το αίτημά τους, μεταφέρονται σε κέντρα στην ενδοχώρα χωρίς να διευκρινίζεται αν αυτά θα είναι κέντρα κράτησης ή «ανοιχτά» κέντρα. Αν το αίτημα ενός μετανάστη για άσυλο απορριφθεί τελεσίδικα, μεταφέρεται σε κέντρο κράτησης και απελαύνεται στη χώρα προέλευσής του.Επιπλέον, συμφωνήθηκε η λήψη μέτρων από την πλευρά της Τουρκίας για την παρεμπόδιση της μετανάστευσης και την αποτροπή δημιουργίας νέων οδών εισόδου στην ΕΕ. 

 

Στο Ν. 4375/2016 είναι σαφές ότι οι πιο «ανοιχτές δομές» στην ενδοχώρα έχουν ως προϋπόθεση της «κλειστές» στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου (Λέσβος, Σάμος, Χίος κ.α), όπως αποτυπώνεται στα άρθρα 14 και 15 και στο σύνολο του νομοθετήματος, επομένως τα hot spots είναι πράγματι ένα σύστημα, του οποίου δεν μπορεί κανείς να απομονώσει τις επιμέρους στιγμές. Είναι μια σύγχρονη μορφή στρατοπέδου συγκέντρωσης, προϊόν της υλικής αναγκαιότητας των καπιταλιστικών κρατών και επιλογή του σύγχρονου ευρωπαϊκού και καπιταλιστικού, εθνοκρατικού και βιοπολιτικού ελέγχου του εχθρού. Εντάσσεται στη διαδικασία του σύγχρονου παγκόσμιου ταξικού πολέμου, που πυροδότησε η κρίση του 2008 και κορυφώθηκε στη Μέση Ανατολή.

 

      2020: από τον εκφασισμό στα σύνορα μέχρι το Lockdown

 

Οι δολοφονίες των Muhammad Al-Arab και Muhammad Gulzar στον Έβρο από ελληνικά αστυνομικά πυρά το Φλεβάρη του 2020, στο πλαίσιο του διακρατικού ανταγωνισμού και συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας στο μπλοκάρισμα των “μαζικών μεταναστευτικών ροών”, σε συνδυασμό με τα φασιστικά πογκρόμ στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου την ίδια περίοδο (με τα οποία συγκρούστηκε το μειοψηφικό αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό κίνημα), έφτιαξαν νέα δεδομένα στον αντιμεταναστευτικό πόλεμο.

 

H διαδικασία της εξέλιξης του αντιμεταναστευτικού πολέμου επιταχύνθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας με τις πολιτικές του lockdown, που κηρύχθηκε το Μάρτιο του 2020 και επ. Τα «ανοιχτά camps» έκλεισαν περισσότερο, με γελοία «υγειονομικά», δήθεν, επιχειρήματα, με την επιβολή ενός ρατσιστικού στη πραγματικότητα lockdown που έχει δεχτεί κριτική από πολλές μεριές. Το ελληνικό κράτος χρησιμοποίησε εργαλειακά τα tests, τα πρόστιμα, την απειλή της πανδημίας για να εντείνει τον κρατικό έλεγχο της κίνησης των μεταναστευτικών πληθυσμών.Τη μετατροπή όλων των δομών σε κλειστές, βρήκαν ευκαιρία με τον Covid-19 να την κάνουν πράξη.

 

Μεταξύ άλλων, στα campς της Ριτσώνας, του Ελαιώνα και της Μαλακάσας και σε άλλα, με πρόσχημα λίγα κρούσματα Covid-19 που εντοπίστηκαν, απαγορεύτηκε καθολικά, με αποφάσεις της κυβέρνησης ή των διοικήσεων των camps, το δικαιώμα τόσο εξόδου όσο και εισόδου μεταναστών/στριών όσο και αλληλέγγυων στο camp, είτε φορούσαν μάσκα σε ανοιχτό χώρο είτε όχι. Παράλληλα, ήρθε στο φως της δημοσιότητας το ”εθνικό σχέδιο διαχείρισης κρίσεων” στρατού και αστυνομίας με το κωδικό όνομα ”Αγνοδίκη” για την αντιμετώπιση πιθανών εξεγέρσεων ταυτόχρονα με την υγειονομική κρίση (https://covid19.gov.gr/proliptika-metra-gia-tin-apofygi-tis-diasporas-tou-koronoiou-se-kentra-ypodochis-ke-taftopiisis-ke-domes-filoxenias-politon-triton-choron/): «Το συγκεκριμένο σενάριο εφαρμόζεται σε περιπτώσεις γενικευμένων εξεγέρσεων, μεγάλων φυσικών καταστροφών όπως και, εν προκειμένω, σε «απειλές υγειονομικού χαρακτήρα με υψηλό δείκτη διασποράς». Ολόκληρη η δομή χαρακτηρίζεται «κρίσιμη περιοχή» και γίνεται προσπάθεια να οριοθετηθεί πλήρως η περίμετρός της. Πάνω στην κρίσιμη περίμετρο δημιουργούνται μόνο δύο σημεία εισόδου – εξόδου, ένα πρωτεύον και ένα εναλλακτικό. Εντός του καταυλισμού δημιουργείται η λεγόμενη «θερμή περιοχή». Πρόκειται ουσιαστικά για μια «κόκκινη ζώνη», με δύο προκαθορισμένα σημεία εισόδου – εξόδου. Η πρόσβαση στην «κρίσιμη» όσο και στη «θερμή» περιοχή είναι απόλυτα ελεγχόμενη από την αστυνομία». 

 

Άλλωστε η κυβέρνηση, διά στόματος του Υπουργού, Νότη Μηταράκη, είχε προαποφασίσει τη μετατροπή 93 δομών σε 38 κλειστές, δηλαδή την κατάργηση 55 δομών, εξαλείφοντας τις ξενοδοχειακές μονάδες, και αξιοποίησε την πανδημία για τη νομιμοποίηση αυτής της απόφασης. Επιπλέον, όπως είχε δηλώσει ο υπουργός σε ραδιοφωνική του συνέντευξη: «Η επιτάχυνση της διαδικασίας ασύλου (σ.σ και η επιτάχυνση των μαζικών απορρίψεων των αιτήσεων) είναι το κλειδί για να μην δημιουργούμε νέες δομές, να μην αυξάνονται οι διαμένοντες και τελικά να σας πω κάτι πολύ σημαντικό, συμβάλει και στο να μπει ένα φρένο στις ροές. Να ξέρουν ότι η χώρα μας πλέον δεν είναι ανοιχτή στη μετανάστευση για αυτούς που δεν δικαιούνται διεθνούς προστασίας. Και αυτή είναι μια ξεκάθαρη πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης». Σύμφωνα με δήλωση του ίδιου, η κυβέρνηση της ΝΔ μείωσε μέσα στο πρώτο χρόνο της πανδημίας τις μεταναστευτικές ροές κατά 90% ενώ ο Υπουργός Προστασίας Μιχάλης Χρυσοχοΐδης του Πολίτη είχε συμπεριλάβει στις πρωτοχρονιάτικες ευχές του για το 2021 την εκτίμηση ότι το εμβόλιο για τον κορονοϊό και ο φράχτης στον Έβρο θα καταστήσουν την Ελλάδα ασφαλή χώρα για Έλληνες και Ευρωπαίους.

 

Έτσι η ελληνική-κρατική διαχείριση του άτακτου πληθυσμού των μεταναστών αλλά και των απείθαρχων ντόπιων μέσα στην πανδημία πήρε όλο και πιο συγκεκριμένες μορφές. Όλο και περισσότερο ένα κράτος ελέγχου αναδύεται ως κοινό στρατηγείο αντιμετώπισης ενός όλο και πιο πολυεθνικού καταπιεζόμενου πληθυσμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι, επιπλέον, πως το Ελληνικό Υπουργείο Μετανάστευσης και Άσυλου σύντομα θα αναπτύξει και θα θέσει σε εφαρμογή ένα μερικώς αυτοματοποιημένο σύστημα παρακολούθησης σε νέες εγκαταστάσεις υποδοχής στα ελληνικά νησιά και στα σύνορα, σύμφωνα με επίσημο έγγραφο στρατηγικής που διαβουλεύτηκε η οργάνωση AlgorithmWatch. Η παρουσίαση το περιγράφει ως ένα «ολοκληρωμένο ψηφιακό σύστημα διαχείρισης ηλεκτρονικής και φυσικής ασφάλειας τοποθετημένο μέσα και γύρω από τις εγκαταστάσεις χρησιμοποιώντας κάμερες και έναν αλγόριθμο ανάλυσης κίνησης (AI Behavioral Analytics)».

 

Απέναντι σε όλο αυτά, οι μετανάστριες/ες δεν μένουν αμέτοχες/οι. Η πραγματική τους κίνηση, σε καθεστώς παρανομίας και ημιπαρανομίας, συγκρούεται με το όλο διακρατικό σύστημα διαχείρισης και τους αποκλεισμούς που αυτό θέτει, ενώ παράλληλα αναπτύσσονται δεκάδες λιγότερο ή περισσότερο αόρατοι αγώνες στις πόλεις και στις δομές εγκλεισμού, εξαιτίας των οποίων το Κράτος αναγκάζεται συχνά να αλλάζει την αντιμεταναστευτική πολιτική του και να “ανοιγο-κλείνει” τα camps και τα σύνορα. Το lockdown στα camps των μεταναστών/στριών, όπως και στις πόλεις για τα ντόπια άτομα, ”χαλάρωσε” μόνο όταν οι αγώνες και η δυσφορία των καταπιεσμένων έφτασε σε ένα ορισμένο σημείο βρασμού, πριν έρθει η ”τουριστική περίοδος” για το κεφάλαιο.

 

         Aπό την πυρκαγιά στη Μόρια μέχρι την τωρινή αναδιάρθρωση του camp-system

 

 

Τον Σεπτέμβρη του 2020 (8.9.2020) ξεσπά πυρκαγιά στο στρατόπεδο κράτησης μεταναστών της Μόριας, η οποία μέσα σε δύο μέρες οδηγεί στην ολοσχερή καταστροφή του. Τότε ο Γενικός Γραμματέας Μεταναστευτικής Πολιτικής, Μάνος Λογοθέτης, δήλωσε ότι «Η Ελλάδα είναι υπό επίθεση. Αν υποχωρήσουμε, η Ελλάδα θα φανεί ότι έχει ηττηθεί. Γι’ αυτό και οι μετανάστες, αφού έκαναν όσα έκαναν (σ.σ. εννοώντας ότι έκαψαν τη Μόρια), θα μείνουν στον δρόμο, σε σκηνές κάτω από τις ελιές για όσο πάει», ενώ ο Μηταράκης δήλωσε ότι ‘’Η Μόρια δεν μπορεί να συνεχίσει όπως την έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια. Για ακόμη μια φορά, τέτοια γεγονότα καταδεικνύουν την ανάγκη να επιταχυνθεί η διαδικασία δημιουργίας μιας κλειστής ελεγχόμενης δομής. Μίας δομής που θα χαρακτηρίζεται ως ελεγχόμενη, ασφαλής και ανθρώπινη. Μιας δομής, πρωτίστως, που θα εμφυσήσει το αίσθημα ασφάλειας, τόσο στους διαμένοντες, όσο και στις τοπικές κοινωνίες. Μιας δομής που θα εξασφαλίζει ανθρώπινες και αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για τους φιλοξενούμενους της’’

 

Μια εβδομάδα μετά, 6 άτομα – οι 2 ανήλικοι – συλλαμβάνονται και κατηγορούνται για τον εμπρησμό της κόλασης της Μόριας με ανύπαρκτα στοιχεία (Οι συλλήψεις πραγματοποιούνται βασισμένες στην κατάθεση ενός και μόνο μάρτυρα ο οποίος στην συνέχεια εξαφανίζεται). Tελικά καταδικάζονται όλοι, χωρίς να δοθεί σε αυτή την καταδίκη η δημοσιότητα που είχε δοθεί στην πυρκαγιά της Μόρια-ενώ παράλληλα εξελίσσονται ανάλογες δίκες, όπως για μετανάστες που ήταν έγκλειστοι στη ΒΙΑΛ της Χίου. Ενώ η επιλογή των προσώπων που κατηγορούνται είναι τυχαία και αυθαίρετη, η ρατσιστική δαιμονοποίηση και εγκληματοποίηση των μεταναστών, που δήθεν δεν “αναγνωρίζουν την ελληνική φιλοξενία” από την μεριά του κράτους είναι συνειδητή και μεθοδευμένη απόφαση για την υποτίμηση των ζωών τους. Και αν η καταστροφή του στρατοπέδου της Μόριας και η βίαιη μεταφορά 13.000 ανθρώπων στο fast track νέο στρατόπεδο κράτησης που στήθηκε στο Καρά Τεπέ (στο οποίο διατηρείται ακόμη η βραδινή απαγόρευση) συγκέντρωσε τα φώτα της δημοσιότητας, η πανδημία, η κρατική διαχείρισή της και η “εθνική ενότητα” απέναντι στον ιό, βύθισε στην λήθη τον συνεχή και ολοένα οξυνόμενο πόλεμο του ελληνικού κράτους κατά των μεταναστ(ρι)ών.

 

Τελικά, ο αντιμεταναστευτικός πόλεμος του Ελληνικού Κράτους και της Ε.Ε μόνο για μια στιγμή απαντήθηκε κινηματικά (με μαζικές αντιρατσιστικές πορείες χιλιάδων και ανάπτυξη αγωνιστικών σχέσεων ντόπιων-μεταναστριών στα κέντρα των πόλεων και στα νησιά), για να μετεξελιχθεί σε ένα ανώτερο επίπεδο. Ένα νέο, πιο αυστηρό σύστημα στρατοπέδων συγκέντρωσης και «camp επανένταξης» φτιάχνεται στα νησιά και στην ενδοχώρα.Νέα τσιμεντένια τείχη υψώνονται γύρω από τα «ανοιχτά camps» της Ριτσώνας, των Διαβατών, της Μαλακάσας, της Νέας Καβάλας, και όχι μόνο, μετά από προκήρυξη διαγωνισμού του Δ.Ο.Μ σε συνεργασία με Ελλάδα-Ε.Ε. Στα νησιά ολοκληρώνεται η κατασκευή 5 νέων camp, ενώ ο φράχτης του Έβρου ενισχύεται. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα camps στην Ελλάδα θα γίνουν πολύ λιγότερα, πιο κλειστά και πιο πολυπληθή, ενώ η παράλληλη επέκταση των αρμοδιοτήτων του Κράτους πάνω στο μεταναστευτικό συνηγορεί σε έναν μεγαλύτερο (δια)κρατικό συγκεντρωτισμό στη διαχείριση του “μεταναστευτικού”.

 

Αυτή είναι η απάντηση του ελληνικού Κράτους και της Ε.Ε όχι μόνο στο ζήτημα των “ανεξέλεγκτων μεταναστευτικών ροών”, αλλά και στο ζήτημα της στέγασης των μεταναστών/στριών. Πάνω από 10.000 εξώσεις οικογενειών που στεγάζονταν με επιδοτήσεις Κράτους, Ε.Ε, διαφόρων ΜΚΟ (με κύρια στεγαστικά προγράμματα το ESTIA Ι & ΙΙ και το HELIOS), δρομολογήθηκαν μέσα στην πανδημία και και θα ενταθούν το επόμενο διάστημα΄. Τέλος, το Υπουργείο Μετανάστευσης ανακοίνωσε από την 1.7.2021 δεν θα χορηγείται οικονομική βοήθεια σε αιτούντες άσυλο που δεν ζουν σε δομές που παρέχονται από το κράτος ή από τις συνεργαζόμενες με αυτό ΜΚΟ.

 

              Η αντιμεταναστευτική επίθεση στο δικαίωμα ασύλου μέσα στην πανδημία

 

 

Η ελληνική κυβέρνηση, με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) της 2ης Μαρτίου 2020, στέρησε το δικαίωμα υποβολής αίτησης χορήγησης ασύλου σε όσους εισήλθαν στη χώρα, κάτι που εναντιώνεται στο Διεθνές Δίκαιο, η οποία εφαρμόστηκε για ένα μήνα. Η ΠΝΠ ανέστειλε την καταγραφή των αιτήσεων ασύλου για ένα μήνα, ενώ προέβλεπε άμεση απέλαση όσων εισέρχονταν σε ελληνικό έδαφος, χωρίς καταγραφή, στις χώρες καταγωγής τους ή στην Τουρκία. Βάσει της ΠΝΠ, οι άνθρωποι που έφθασαν στην Ελλάδα για να αιτηθούν διεθνή προστασία το Μάρτιο του 2020 έτυχαν αυτόματης και αδιάκριτης κράτησης με στόχο την επιστροφή τους, ενώ τους στερήθηκε η πρόσβαση στη διαδικασία χορήγησης ασύλου και στα δικαιώματα που απορρέουν από την εθνική, ευρωπαϊκή και διεθνή νομοθεσία.

Την χρονιά που ακολούθησε, η Υπηρεσία Ασύλου ήταν κλειστή, με αποτέλεσμα οποιοσδήποτε ήθελε να αιτηθεί άσυλο, να έχει ως μόνη επιλογή μια πολύμηνη αναμονή για ανοιχτά ραντεβού Skype, τα οποία ουσιαστικά δεν λειτούργησαν, αφού στις περισσότερες γλώσσες, σχεδόν καθόλη την διάρκεια της χρονιάς ήταν αδύνατο να απαντήσει κάποιος της Υπηρεσίας ασύλου στην κλήση.

Επιπλέον με κοινή Υπουργική απόφαση στις 7 Ιουνίου, το ελληνικό κράτος καθιστά την Τουρκία ως ασφαλή χώρα, εκτός από αιτούντες/σες άσυλο από την Συρία, και για επιπλέον τέσσερις χώρες προέλευσης: Αφγανιστάν, Σομαλία, Πακιστάν και Μπανγκλαντες.

Από την μια η Ελλάδα απορρίπτει ή δεν εξετάζει αιτήσεις ασύλου στην βάση ότι η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα και φυλακίζει τους αιτούντες προς απέλαση, από την άλλη η Τουρκία από τον Μάρτιο του 2020 δεν δέχεται να λειτουργεί ως χώρα επανεισδοχής μεταναστών από την Ελλάδα. Ουσιαστικά οι άνθρωποι έτσι εγκλωβίζονται σε μια κατάσταση limbo ανάμεσα σε δύο κράτη, όπου η αίτηση ασύλου τους δεν εξετάζεται πουθενά και καταλήγουν υπό κράτηση ή εγκλωβισμένοι σε κάποιο καμπ στα νησιά.

 

 

      Οι ΜΚΟ διαχείρισης του μεταναστευτικού ως ένας ”Άλλος Πόλεμος”

 

Με την κωδική ονομασία ”Άλλος Πόλεμος” (Other War) ονομάστηκε συχνά στα πεδία της Μέσης Ανατολής η “ανθρωπιστική” πλευρά της ανοικοδόμησης των στρατιωτικά κατεστραμμένων περιοχών και ζωών. Κάπως έτσι πρέπει να δούμε και το ρόλο των ΜΚΟ στη διαχείριση του μεταναστευτικού στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης, στην Ελλάδα. Οι ΜΚΟ είναι επιχειρήσεις που λειτουργούν με ιδιωτικό ή κρατικό κεφάλαιο και στο προσφυγικό έχουν αναλάβει το ρόλο ενός ‘’μεσάζοντα’’  η ‘’ρυθμιστή΄΄ μεταναστών/στριών και κυβερνήσεων. Αποτελώντας μέρος μιας πολεμικής όσο και ανθρωπιστικής βιομηχανίας, λαμβάνουν χρηματοδότηση συμπληρώντας τα κενά της κρατικής διαχείρισης. Η μεθοδολογία, και στην ελληνική περίπτωση, ήταν η εξής: το Κράτος κήρυξε την “ανθρωπιστική κρίση”, οι ΜΚΟ μπήκαν στο παιχνίδι και έδωσαν τεχνογνωσία οργάνωσης της διαχείρισης του μεταναστευτικού, ενσωματώνοντας συχνά και αντιρατσιστικά αντανακλαστικά.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ύστερα από ένα χρονικό σημείο το κίνημα αλληλεγγύης πέρασε σε μια φάση ‘’ΜΚΟποίησης’’ όπου με τη δημιουργία πολλών νέων ΜΚΟ αρκετοί ‘’ανθρωπιστές’’ επέλεξαν να ενσωματώσουν την αλληλεγγύη τους δουλεύοντας ή απευθυνόμενοι στις ΜΚΟ. Έτσι μεγάλο κομμάτι της δράσης που είχαν αναλάβει ένα προηγούμενο διάστημα αυτοοργανωμένες κινηματικές πρωτοβουλίες ενσωματώθηκε στη λειτουργία των διάφορων ΜΚΟ. Σε αυτό το πλαίσιο συμβάλλουν στην αναπαραγωγή του συστήματος διαχείρησης του μεταναστευτικού και σε ότι αφορά αυτές που δραστηριοποιούνται στα camps αποτελούν ένα κομβικό κομμάτι της λειτουργίας του όλου συστήματος hot-spot. Δε μας έκαναν λοιπόν εντύπωση τα παράπονα που ακούσαμε από μετανάστ(ρι)ες για το ρόλο και τη δράση των ΜΚΟ. Από άθλιες παροχές όπως πολύ κακής ποιότητας φαγητό μέχρι αδιαφορία και ανοιχτά ρατσιστικές συμπεριφορές αλλά ακόμα και ανάληψη ενός ρόλου μπάτσου με χαρακτηριστικά καταστολής. Αν προσθέσουμε σε αυτά και την εργασιακή εκμετάλλευση των ίδιων των εργαζομένων που έχει επανηλλειμένα καταγγελθεί σχηματίζεται η αληθινή εικόνα ενός μηχανισμού που συντηρεί και αναπαράγει το ίδιο το σύστημα

 

Αφού πέρασε το πρώτο κύμα κρατικής διαχείρισης της “ανθρωπιστικής κρίσης”, ακολουθεί μια σχετική αποΜΚοποίηση, όπου το ελληνικό Κράτος ανακτά αρμοδιότητες με συγκεντρωτικό τρόπο το Κράτος. Διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη μαζί με την αναδιάρθρωση του συστήματος συνόρων-camps-αποκλεισμών-εκμετάλλευσης σε βάρος μεταναστών/στριών.

 

Η στάση μας απέναντι στις ΜΚΟ διαχείρισης του μεταναστευτικού είναι η εξής: α) αντιμετωπίζουμε όσες ΜΚΟ συμμετέχουν στον πυρήνα της επιχειρηματικής και κρατικής διαχείρισης των αντιμεταναστευτικών αποκλεισμών επιθετικά και κριτικά, επιδιώκοντας την αυτοοργάνωση ντόπιων-μεταναστριών χωρίς τέτοιους διαμεσολαβητές. Η στάση μας αυτή δεν έχει να κάνει με τη φύση αυτών των φορέων ως ΜΚΟ, αλλά με την ίδια τη δραστηριότητά τους-την ίδια στάση θα είχαμε και έχουμε απέναντι σε κρατικούς φορείς β) αντιμετωπίζουμε τους Έλληνες εργαζόμενους σε αυτές τις ΜΚΟ κριτικά, όσο κριτικά αντιμετωπίζουμε το αντικείμενο της εργασίας τους. Τους ζητάμε με την αγωνιστική, αντιρατσιστική και αλληλέγγυα στάση τους να πάρουν θέση σε αυτόν τον κοινωνικό πόλεμο διαλέγοντας έμπρακτα τη μεριά των καταπιεσμένων και όχι τη μεριά της κρατικής διαχείρισης και των καταπιεστών. Δυστυχώς, για δομικούς λόγους ο κανόνας είναι η ενσωμάτωση των εργαζομένων σε ΜΚΟ, και μόνο η εξαίρεση η έμπρακτα αντιρατσιστική στάση τους.

 

 

  1. Introduction

 

The Greek state has a long tradition in the racist management of refugees and migrants within it. The on going war and poverty in the Middle East and Africa (to which the Greek state actively contributes), the exclusion and exploitation policies, as well as ecological disaster, are forcing hundreds of thousands of people to seek a better future in Europe.

The planning of the European Union, however, holds a nightmarish future for them, with the Greek state being behind the expansive military interventions and at the forefront of the war against migrants on  the European territories.

 

Moving forward to a brief account of the greek state’s anti-immigration politics, we note that their focus is two-fold and includes measures both at the borders and inside the country. Starting from the war against migrants, their exclusion from the society, and their devaluation and exploitation in Greece, greek politics move towards the “externalisation” of the borders to countries away from Greece and EU (such as Libya, with the notorious collaboration between Greece, Italy and the Libyan coast guard and the reproduction of slave-trade conditions in N. Africa). Therefore, these externalized borders become the first obstacles to the movement of the migrants. Once approaching the land and sea borders of Europe and Greece, migrants are further pushed-back. Finally, if they manage to enter the country they are continuously arrested and detained for long periods in camps and even the ones that fulfil the strict criteria set by the state to become legal, have to face the aforementioned discrimination and exclusion.

 

From 1990 to 2008, a period including the 2004 Olympic games held in Greece, the greek state has strategically used migrants and focused on their illegalization* to increase the exploitation of their labour force, in the context of a developing greek economy (especially in the field of construction), looking for cheap workers for the fields, construction, health-care, sexwork, etc. Migrants came to Greece from the Balkans and from war-zones of the Middle East and Africa, where the greek state participated as a NATO and EU member (e.g. Iraq, Afghanistan). State violence and racist devaluation in greece completed the picture of labour-exploitation, as the migrants themselves have reported: violent push-backs at the borders, illegal extended detention and torture at the police stations, horrible work and living conditions, fascist pogroms, etc.

 

This strategy did not change after 2008; rather, it was developed and enriched. The 2008 financial crisis, the Arabic rebellions of 2011 and the increase of the war conflicts in the Middle East, the anti-immigration war of Greece increased and was systematized, following the systematic war-alliance of Greece-Cyprus-Israel-Egypt, which completed the already existing framework of NATO and EU.

Below we will highlight three basic and intertwined components of the anti-immigration war and the management of the population by the state and the EU: the pushbacks at the border of Evros, the administrative detention and the system of detention centers, the system of camps.

 

* By illegalization we refer to the intentional state-driven framing of migrants as illegal in order to strip them off their rights and to increase their exploitation.

 

 

The fortification of Evros and the pushbacks 

 

As early as 2005, the greek police and army had been discussing the creation of a fence at Evros. Dimaschakis, who was at that period the head of the police and military official, visited the USA (G. W. Bush period) and consolidated a cross-country collaboration to transfer the knowledge and experience from the wall of Mexico. In 2008, greek police forces received training from americans. The fence begun to materialize under the supervision of Papoutsis (minister of migration) and the head of the greek army, Fragos, in 2011. In 2015, shortly after the election of Syriza and Anel, Giannis Mouzalas who was the minister of migration politics at that period, excluded any possibility to demolish the fence of Evros. “There are technical issues that currently make the idea of Evros to be opened non-viable”, he stated at his interview at the Sunday issue of the newspaper Vima.

Multiple testimonies of migrants that have been pushed back from Evros suggest an established and thorough practice of repel: arrests from the army and the police are followed by the detention in police stations or other places (storage rooms, barracks) in inhuman conditions, with no food or water. The jailers proceed to the systematic removal of personal items, even clothes, and to extreme violence that may escalate even to virtual executions. The participation of people with identifiers that cannot be classified as police or army forces in these violent acts is particularly alarming. Eventually the migrants are pushed back to Turkey with boats from the river Evros. Therefore, as several international organisations, institutions and journalists have underlined, the legal right to register and seek for asylum is omitted. According to reports published by the Guardian, EU member-states have applied illegal (and legal) methods at the borders to pushback more than 40.000 asylum seekers during the pandemic and these practices have led to the death of at least 2000 people.

The fence of Evros has been reinforced and further expanded recently. Moreover, the greek police has placed a sound canon (LRAD) at the borders to be used against migrants and local disobedient groups, a practice that has been applied in developed capitalist states with experience in suppressing the people (USA, Israel).

 

The recent history of Amygdaleza and other detention centres

 

Another example of the developments concerning the greek state’s war on migration and the collaboration between New Democracy and SYRIZA is Amygdaleza. The detention centre is located at the police school and was founded in 2012, when Chrysohoidis asked the different municipalities to suggest locations for the establishment of the 30 camps he was committed to create. Amygdaleza started with 90 double containers.

Zeus Xenios, the police programme ironically named after greek mythology, initiated in August 2012 with state-organised pogroms in the centre of Athens, filling up Amigdaleza and Petrou Ralli with migrants (namely from Pakistan, Afghanistan, Bangladesh, and a few from Albania, Georgia, Morocco, Somalia, etc.). The implementation of mass internments in order to prevent migrants from coming (and so much focused not deportations) was clear.

In March 2014, the state’s legal council allows the detention for periods exceeding 18 months, calling the detention now a “restraining order of freedom”, a legal wordplay, since any detention exceeding 18 months without a conviction is illegal. From then on, detention could exceed the 18-month limit and people could be imprisoned for 22, 24, or 26 months, while others are already in their second 18-month period.

It is important to note here that when Amygdaleza was created, the Asylum service was not yet founded. Thus, detainees in Amydgaleza could not succeed in applying for asylum. During that period, 2000 people would gather at Petrou Ralli to apply for asylum, but only 20 would succeed. In 2013, with the foundation of the Asylum Service, a special unit for Amygdaleza was created. The unit would register the applications from the camp, but there were huge delays in the process, reaching up to 6 months only until the registration. Further delays are documented until the final interview at Katechaki. In the meantime, the Asylum Service requested the reinforcement of the detention until the final decision of the application.

From its foundation until today, Amygdaleza is nothing but a prison with no services for the migrants, which has been expanding since 2016. Despite their declarations and the temporary decluttering of the camp, on the 20th of September 2016, the government of SYRIZA, with the then minister Toskas, announced the continuation of Amygdaleza as a closed detention camp. In 2018, according to a ministerial decision, the government of SYRIZANEL decides the prolongation of all the camps (Tauros, Amygdaleza, Corinth) until the 31 of December 2022.

From 2015 to the generalization of the concentration camps

From 2015 to 2016, the government of SYRIZANEL takes an “antiracist position” in the constant state-war against the migrants. The antiracist politics of SYRIZA, combined with the militarization of the treatment of migrants, were the state’s answer to the struggle of migrants for free movement and the antiracist solidarity movement. In 2015, EU and Greece talk about an “explosion of immigration” that calls for a new system of “management”. The initial “openness” of the greek government and Eu is quickly replaced by a new agreement between EU and Turkey for the “control of the migration flows”. A document of the European Committee of that period characteristically closes with the proposal of the “hot-spot” system in Greece and Italy.

The agreement between EU and Turkey (and, consequently, Greece-Turkey) that materialized with the law N. 4375/2016 was a milestone for the development of the new system of camp-hot-spots, which is largely the same until today. Based on this agreement, the migrants could be detained in hot-spots (closed camps) on Lesvos, Chios, and Samos, until their case has been examined and for a period up to one month. If their case has not been examined in the course of a month, the migrants would be transferred in camps located at the inlands of Greece, without specifying if these would be “open” or “closed”. Finally, if the migrant is not granted asylum, he or she would be transferred to a closed centre before being deported to their country of origin. The agreement included further measures concerning the role of Turkey in preventing migration to EU.

  1. 4375/2016, and especially articles 14 and 15, clarify that the “open centres” of the inlands require the presence of the closed camps on the east Aegean greek islands (Lesvos, Chios, Samos and more). Therefore, the hot spots should be seen as part of the antimigration politics. They are a contemporary version of concentration camps, the desired product of the material needs of capitalist states and a weapon for the capitalist, national and biopolitical control of the enemy. As such, hot spots are part of the current international class war that was initiated by the 2008 financial crisis and found its peak in the Middle East.

 

                 2020: From the fascist turn at the borders to the lockdowns

 

The assassination of Muhammad Al-Arab and Muhammad Gulzar at Evros by the greek police in February 2020, as part of the competition/collaboration between Greece and Turkey to block the “massive immigration flows”, combined with the fascist pogroms on the East Aegean islands during the same period (which clashed with the rather limited local antiracist/antifascist movement), contributed to the development of the war against migrants.

The development of the war escalated during the pandemic and especially with the lockdowns enforced since March 2020. The “open camps” closed even more with ridiculous arguments of health-concerns that in reality enforced a much-critised racist lockdown. The greek state used the tests, the fines, and the threat of the pandemic to increase state control of the migrants’ movement. Covid-19 was an opportunity for all camps could to be turned into closed structures.

A few covid-19 cases in Ritsona, Elaionas, Malakasa, and other camps, became the excuse to forbid the right of entry and exit of the migrants and the solidarians at the camps, regardless of whether they would use masks of not. In the meantime, the “national plan for crisis management: Agnodiki”, involving the greek police and army, came to light. According to the plan, “This scenario will be applied in cases of extended uprisings, large natural disasters, and cases concerning health threat with high risk of dispersion. The whole camp is characterized as a “critical area” and there is an effort to clearly define its limits. The perimeter of the camp will have only two entry-exit points, a primary and an alternative one. In practice, the camp will become a “red zone” with two predefined entry and exit points. Access to the “critical” and the “hot” zones are under the complete control of the police”.

The government had already announced through the minister Notis Mitarakis the transition from the 93 camps and other structures active in greece to 38 closed camps, i.e. the demolishment of 55 structures, including the hotels. Therefore, the pandemic was a great opportunity to enforce this preexisting decision. Moreover, as the minister had announced in a radio show: “the speed-up of the asylum process (editor’s note: the acceleration of the mass rejections of the applications) is key to not create new camps, to prevent an increase of the residents and finally, to say something really important, it contributes to stopping the flows. To know that our country is no longer open to migration for those that are not eligible for international protection. And this is a clear political choice of the government”. According to his statement, ND reduced the migration flows 90% during the first year of the pandemic. In his new-year wishes, the minister of civil protection, Michalis Chrysochoidis, included the covid-vaccine and the fence of Evros among the things that will make Greece a safe country for greeks and Europeans.

In this way, the greek-state’s management of the restless migrant population and the unruly locals took well-defined forms during the pandemic. The controlling mechanisms of the state become a common strategy for the increasingly oppressed multi-national population. A characteristic example is that the ministry of migration and asylum will soon develop and enforce and automatized surveillance system in the new establishments at the islands and the borders, according to an official document written by the organisation AlgorithmWatch. The system is described as “a completed digital system of management of electronic and physical security placed in and around the facilities, using cameras and an algorithm that analyses movements (AI Behavioral Analytics)”.

The migrants do not stay uninvolved against the above developments. Their actual movement, in the state of illegalness or semi-illegalness, is in conflict with the entire international system of management and exclusions. At the same time, dozens of less or more visible fights in the cities and in the camps are developed, forcing the state to change its anti-migration politics and to close, or open, the camps and the borders. The lockdowns at the camps, similarly to those at the cities, “loosened” only when the struggles and the disapproval of the oppressed reached a boiling point, before the “tourist season” started for the capital.

 

             From the fire at Moria to today’s restructuring of the camp-system

 

In September 2020 (8.9.2020) a fire broke out at the migrant concentration camp of Moria, leading to the complete destruction of the camp within two days. Manos Logothetis, the general secretariat of migration politics at the time, stated: “Greece is under attack. If we step back now, we will give the impression that Greece has been defeated. For this reason and since the migrants did what they did (editor’s note: implying that they burnt down Moria), they will stay on the streets, in tents under olive trees, for as long as it takes”. Mitarakis stated: “Moria cannot continue as it had during the last years. Once more, such incidents point to the need to speed-up the creation of a closed controlled facility. A facility that can be characterized as controlled, safe, and humane. A facility that will primarily create a sense of security both to its residents as well as to the local communities. A facility that will secure humane and decent living conditions to its guests”.

A week later, 6 people (2 of which minors) were arrested and accused of arson with non-existent evidence. The arrests are based on the testimony of only one witness who later disappears. They are eventually convicted without giving any publicity to the trial, in contrast to the publicity that the fire at Moria had gained. At the same time, several similar trials are carried out, such as those for the migrants of VIAL in Chios. While the selection of the accused migrants is random and without any basis, the racist demonization and criminalization of the migrants, who are framed as not “recognizing greek hospitality”, is actually an intentional and planned method for the devaluation of their lives. Even though the destruction of Moria and the violent relocation of 13000 people in the new detention camp at Kara Tepe (where curfew is still enforced) found publicity, the pandemic and the “national unity” against the virus gradually led the state-war on migrants to oblivion.

The massive antiracist demonstrations of thousands of people and the development of political relationships between locals and migrants in the cities and on the islands, faced the further development of the anti-migration politics of the Greek state and EU. A new, stricter system of camps (concentration and rehabilitation camps) is built on the islands and the inlands. New concrete walls are built around the “open” camps of Ritsona, Diavata, Malakassa, Nea Kavala, and more, through a collaborative project of IOM, Greece and EU. Five new camps are built on the islands and at the same time the fence of Evros is reinforced. The camps in Greece will eventually become fewer, stricter and even more overpopulated and the excessive role of the state on issues considering migration demonstrates an turn towards an international totalitarian approach on migration.

 

This is how the Greek State and EU respond to the issue of “uncontrolled migrant flows” and the problem of housing for asylum seekers. Over 10.000 evictions of families that were previously being housed with subsidy from the state, EU and various NGOs (the main housing programs being ESTIA I & II and HELIOS) were programmed to happen during 2021, and this will keep intensifying in the next months. Finally, the Ministry of Migration announced that from 1.7.2021 no financial aid will be granted to asylum seekers who do not live in structures provided by the state or by its collaborating/sponsored NGOs.

 

                 

                Αttack against the right to seek asylum during the pandemic

 

 

The Greek government, by a Legislative Content Act (PNP) of March 2, 2020, deprived the right to apply for asylum to those who entered the country, which is contrary to international law, which was implemented for a month. This law suspended the registration of asylum applications for a month, while it provided for the immediate deportation of those who entered Greek territory, without registration, in their countries of origin or in Turkey. According to this act, people who arrived in Greece to seek international protection in March 2020 were automatically and indiscriminately detained for their return, while being denied access to the asylum process and rights deriving from national, European and international law.

The following year, the Asylum Service was closed, with the result that anyone wishing to apply for asylum had as their only option a long wait for open Skype appointments, which practically did not work, since in most languages, almost all year round it was impossible for someone from the Asylum Service to answer the call.

In addition, by a joint ministerial decision on June 7, the Greek state makes Turkey a safe country, in addition to asylum seekers from Syria, for an additional four countries of origin: Afghanistan, Somalia, Pakistan and Bangladesh.

On the one hand, Greece rejects or does not consider asylum applications on the grounds that Turkey is a safe country and imprisons asylum seekers, on the other hand, since March 2020, Turkey has not accepted to operate as a country for the readmission of immigrants from Greece. Essentially people are thus trapped in a limbo situation between two states, where their asylum application is not considered anywhere and they end up in detention or trapped in a camp on the islands.

 

                            Migration NGOs as the “other war”

 

The humanistic side of the reconstruction of war zones in the Middle East has often been presented with the code-name “other war”. This how we perceive the role of NGOs in the management of migration at the eastern borders of Europe (Greece). NGOs are commercial businesses that function with private or state capital and their role has been that of a mediator between migrants and governments. Being part of the war/humanistic industry, they receive funding to fill in the gaps of the state-management of migration. The methodology in the case of Greece is the following: the state declares a “humanitarian crisis” and the NGOs provide the know-how on the management of migration, often incorporating antiracist elements.

At a certain point, the movement in solidarity with migrants turned to the NGOs (NGOisation). With the creation of several new NGOs many “humanists” chose to incorporate their solidarity either by working or turning to the NGOs and by doing this, they contribute to the reproduction of the state management of the migrants. Moreover, the individuals working at the camps are a crucial part of the successful implementation of the hot-spot system. We were thus not surprised to hear migrants complain about the role and functions of NGOs. From miserable services to low quality food and from indifference to openly racist behaviour, taking even the repressive role of cops. If we take into account the multiple cases of labour exploitation reported by the workers at NGOs themselves, we can complete the picture of a mechanism that conserves and reproduces the system.

A de-NGOisation followed the first wave of state management of the “humanitarian crisis”, during which the state regains its roles with a totalitarian manner. The process is still under development alongside the reconstruction of the system of camps-borders-exlusions-exoloitations against migrants.

Our position against NGOs is the following: a) we are critically opposed to NGOs that participate in the core of the business and state-based management of the anti-migrant exclusions and we aim at the self-organisation of locals and migrants without such mediators. This position is not related to the nature of these organisations as non-governmental. Rather, it related to their activities and we would have exactly the same position if they were governmental. b) we are critically opposed against the workers at NGOs, in the same way we are critical towards their work. For those with antiracist and solidarian motives, we call them to choose the side of the oppressed, and not the oppressors, in this social war. Unfortunately however and for structural reasons, NGO workers are usually integrated and their antiracist actions are only an exception.

Εμπειρίες παρέμβασης σε camps μεταναστών/στριών από τη σκοπιά του Solidarity With Migrants

Όσα ακολουθούν αποτελούν πολιτική και βιωματική καταγραφή εμπειριών από την παρέμβαση της συνέλευσής μας σε camps μεταναστών/στριών στον ελλαδικό χώρο, στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης. Το ίδιο περιεχόμενο είχε θεματική ζωντανή εκπομπή στην οποία συμμετείχαμε, στο πλαίσιο των Ραδιοζωνών Ανατρεπτικής Έκφρασης, την οποία μπορείτε να ακούσετε εδώ:

https://athens.indymedia.org/post/1612805/

Από τη πρώτη στιγμή της δημιουργίας της συνέλευσης Solidarity With Migrants, ο πρώτος στόχος μας ήταν να δείξουμε πως ”ο πόλεμος είναι εδώ”, δίπλα μας, στο χώρο που ζούμε. Όχι απλά στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική, ούτε μόνο στη Μόρια, γιατί την οποία ανά συγκυρία μιλούν όλοι-ες. Ο πόλεμος είναι και στα 12 camps-δομές εγκλεισμού μέσα στην Αθήνα και κοντά στην Αθήνα. Στον Ελαιώνα, στη Ριτσώνα, στη Μαλακάσα. Αν θέλουμε να είμαστε αλληλέγγυοι-ες, ας πάμε να δούμε πώς ζουν μετανάστες/στριες, να επικοινωνήσουμε μαζί τους και να αγωνιστούμε μαζί τους. Για αυτό και οι πρώτες κινητοποιήσεις που συμμετείχαμε ήταν στο camp του Ελαιώνα.

 

Όλο αυτό το διάστημα, πραγματοποιήσαμε με άλλες ομάδες ανοιχτές κοινές συνελεύσεις, διαδηλώσεις και άλλες δραστηριότητες, ειδικά πριν το lockdown. Τo lockdown φρέναρε αυτή τη δυναμική, και αν αποξένωσε μια φορά ντόπια άτομα μεταξύ τους, αποξένωσε πολύ περισσότερο τον εθνικό πληθυσμό από τους/τις μετανάστες/στριες.Το Κράτος αξιοποίησε την πανδημία για να εμποδίσει την επικοινωνία ντόπιων-αλληλέγγυων, να κλείσει ακόμα περισσότερο τα camps, να απορρίψει πιο πολλές αιτήσεις ασύλου (δυσχεραίνοντας τις διαδικασίες), να βάλει και πρόστιμα μέχρι 5000 ευρώ όπως μάθαμε σε μετανάστες/στριες (για σπάσιμο της καραντίνας 14 ημερών, θεωρώντας ότι όταν το καμπ έχει μπει όλο σε καραντίνα, είτε κάποιο άτομο έχει διαγνωστεί με covid-19 είτε όχι, σπάει την καραντίνα).

 

Μέσα στο lockdown συνεχίσαμε τις δια ζώσης συνελεύσεις μας και την προσπάθεια να παρέχουμε υλική στήριξη σε μετανάστες/στριες στην πόλη και camps (φάρμακα και ιατρικές υπηρεσίες μέσω αλληλέγγυων δικτύων, ρούχα, τρόφιμα κ.α), επιδιώξαμε τη συνέχιση της πολιτικής επικοινωνίας και υποστηρίξαμε αγώνες μεταναστών/στριών

 

Έχουμε επισκεφτεί δεκάδες φορές τα camps της Ριτσώνας, του Ελαιώνα, της Μαλακάσας, κάποιες φορές και τα camps του Σκαραμαγκά, του Σχιστού, της Ελευσίνας, της Κορίνθου, κάποιες φορές το κέντρο κράτησης της Αμυγδαλέζας.

 

Συμμετείχαμε σε κοινές συνελεύσεις ντόπιων-μεταναστριών μέσα και μπροστά στα camps, καθώς και σε κοινές διαδηλώσεις (κυρίως στη Ριτσώνα και έπειτα στον Ελαιώνα), πραγματοποιήσαμε σε όλα τα camps μαζί με την υλική υποστήριξη των ανθρώπων πολιτικές διαμαρτυρίες με κύρια αιτήματα χαρτιά, ελευθερία, υγειονομική περίθαλψη, πρόσβαση στην εκπαίδευση. Ασχοληθήκαμε μέσα στην πόλη με παροχή ειδών πρώτης ανάγκης σε συνεργασία με το Victoria Solidarity, το αυτοδιαχειριζόμενο στέκι πέρασμα και το κοινωνικό κέντρο Ζιζάνια. Στηρίξαμε μετανάστες/στριες ενάντια στα πρόστιμα και το lockdown, αναλαμβάνοντας νομική υποστήριξη. Ασχοληθούμε με κάποιες περιπτώσεις καταγγελλιών εργασιακής εκμετάλλευσης και εργοδοτικής αυθαιρεσίας σε βάρος μεταναστών/στριών που δούλεψαν στο κέντρο της Αθήνας, στη πελοπόννησο ή τη Βόρεια Ελλάδα. Συνοδεύσαμε σε νοσοκομεία μετανάστες/στριες. Οι πρόσφατοι θάνατοι μεταναστριών/ων μας θύμισαν ότι δεν υπάρχει πραγματική εμπλοκή με το ”μεταναστευτικό” χωρίς προσωπική τριβή και εμπλοκή, στην κατεύθυνση των ανθρώπινων και έπειτα των συναγωνιστικών σχέσεων. Οι πρόσφατοι θάνατοι εντός των camp μας υπενθυμίζουν τι ακριβώς σημαίνει αυτό.

 

Μερικές χαρακτηριστικές εμπειρίες από τα camps, κάποιες από τις οποίες έχουν δημοσιευτεί, ήταν οι εξής:

 

Ριτσώνα

 

Με το πρώτο lockdown, ξεκινήσαμε μια κουβέντα πιο camp θα επισκεφτούμε πρώτα. Τα σενάρια ήταν δύο: ο Ελαιώνας, μέσα στην Αθήνα, και η Ριτσώνα, λίγο έξω από τη Χαλκίδα και κοντά στην Αθήνα. Στον Ελαιώνα υπήρχε επαφή με εργαζόμενο σε ΜΚΟ μέσα, στη Ριτσώνα με μετανάστρια που γνωρίσαμε στην αντιρατσιστική πορεία στον Ελαιώνα. Τελικά, η δεύτερη επαφή και όχι η πρώτη ήταν η πιο καθοριστική για να επισκεφτούμε το καμπ της Ριτσώνας.

 

Η πρώτη επίσκεψή μας στη Ριτσώνα, για να παρέχουμε υλική υποστήριξη, συνοδεύτηκε από αντιπαράθεση μεταξύ μεταναστών/στριών, που είχε ως αποτέλεσμα μια μικρή νίκη: οι πόρτες του camps, μετά από πίεση, άνοιξαν για εμάς. Διαμορφώθηκε σχέση εμπιστοσύνης, καθώς, όπως μας είπαν κάποια άτομα, ”όταν κανείς δεν πλησίαζε το camp ως υγειονομική βόμβα”, εμείς θελήσαμε να μιλήσουμε από κοντά με μετανάστες/στριες, από τις πρώτες μέρες του πρώτου lockdown. Η σχέση αυτή εμπιστοσύνης είχε ως αποτέλεσμα να δούμε όλο το camp, να ξεναγηθούμε από χριστιανούς, μουσουλμάνους/ες στα τζαμιά και τους άλλους λατρευτικούς ή κοινόχρηστους χώρους, να καλεστούμε στο ραμαζάνι από την αραβική κοινότητα.

 

Είναι χαρακτηριστικό ότι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ και άνθρωποι μέσα από το camp (όλα αυτά επί κυβέρνησης Ν.Δ) προσπάθησαν να μας αποτρέψουν από το να πάμε στο camp και να παρέχουμε βοήθεια, λέγοντας ότι θα δημιουργήσουμε πρόβλημα ανταγωνισμού μεταξύ μεταναστών/στριών. Μας πρότειναν ως μόνο τρόπο τη διαμεσολάβηση με ΜΚΟ, που αρνηθήκαμε. Η διανομή ειδών ανάγκης, ωστόσο, όσο και αν συνοδευόταν από πολιτική συζήτηση και επικοινωνία, δημιούργησε πράγματι τριβές και ανταγωνισμούς (όχι στο βαθμό που θέλει η κρατική προπαγάνδα). Η διαμάχη για το τρόπο διαμονής αποτέλεσε ζήτημα συλλογικοποίησης και πολιτικοποίησης για εμάς και τις μεταναστευτικές κοινότητες. Σταδιακά αναγνωρίστηκαν “δικαιώματα” τόσο της αφρικανικής κοινότητας (που ήταν και είναι συχνά πιο αποκλεισμένη) όσο και των γυναικών σε όλη αυτή τη διαδικασία, κόντρα στην πατριαρχική δομή εκπροσώπησης. Ωστόσο, όπως θα αναφέρουμε και στη συνέχεια, ο συνδυασμός υλικής στήριξης (άρα και προσωπικής δέσμευσης σε επιτακτικές ανάγκες, πολιτικοποίησης και συλλογικοποίησης των προβλημάτων παραμένει ακόμα γενικό όριο, πρόβλημα και ζητούμενο.

 

Στη Ριτσώνα συμμετείχαμε σε 4 διαδηλώσεις, τις οποίες σε ένα βαθμό συνδιοργανώσαμε με μετανάστες/στριες. Η πρώτη με σύμφωνη γνώμη  των εκπροσώπων των κοινοτήτων (κουρδική, αραβόφωνη, φαρσόφωνη, αφρικανική) διαδήλωση (περίπου 200+ ατόμων) η οποία αρχικά απαγορεύτηκε από το Υπουργείο Μετανάστευσης. Η δεύτερη διαδήλωση ήταν ημι-αυθόρμητη. Μετά από δική μας πολιτική παρέμβαση με πανό και υλικά μέσα στο καμπ, έγινε πορεία κυρίως από άτομα της αφρικανικής κοινότητας και άτομα από το αφγανιστάν-οι εκπρόσωποι πήραν αποστάσεις από αυτό-η πορεία βγήκε και έξω από το camp (περίπου 8ο ατόμων). Η τρίτη διαδήλωση που συμμετείχαμε ήταν με πρωτοβουλία της αφγανικής κοινότητας και τη συμμετοχή και άλλων ατόμων, με βασικό αίτημα τα χαρτιά και την επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου. Πρόκειται για μια σειρά διαδηλώσεων που αντιμετωπίστηκε και με καταστολή από ΟΠΚΕ-ΜΑΤ, με κλείσιμο της εισόδου του ”ανοιχτού καμπ” και δακρυγόνα.  Η τέταρτη διαδήλωση (περίπου 100-150 ατόμων) ήταν ανακοινωμένη, μετά από συνεννόηση των κοινοτήτων και με τη συμμετοχή ατόμων, την Παγκόσμια Μέρα Προσφύγων (20 Μάη) με βασικό αίτημα χαρτιά, ελευθερία, εκπαίδευση, ενάντια και στο νέο τείχος που Δ.Ο.Μ, Ελλάδα, Ε.Ε υψώνουν γύρω και από το καμπ της Ριτσώνας.

-Στη Μαλακάσα, τη δεύτερη φορά που πήγαμε, με αφορμή το πρώτο διαπιστωμένο θάνατο μετανάστη από Κόβιντ, μιλήσαμε με το ΔΟΜ, ο οποίος μας είπε ότι γνωρίζει το θάνατο, αλλά αρνήθηκε να μας δώσει άλλα στοιχεία. Από τη δεύτερη φορά αρχίσαμε να παραδίδουμε είδη ανάγκης και να μοιράζουμε πολιτικά κείμενα. Άλλες φορές είχαμε φαρσόφωνους μετανάστες συντρόφους μαζί, και τελικά έναν, και επίσης δώσαμε είδη ανάγκης και πολιτικά κείμενα. Αρχικά, όπως και στη Ριτσώνα, η πύλη ήταν για μας θεόκλειστη. Με την πίεση των ειδών ανάγκης, καταφέραμε σταδιακά να έχουμε μια μικρή πρόσβαση. Αρκετές φορές παραδώσαμε φάρμακα και ρούχα στη Μαλακάσα, διαδικασία που είχε μεγάλες δυσκολίες. Οι ανάγκες ήταν αμέτρητες, τα υλικά μας μέσα πολύ λίγα. Διαμορφώθηκε και σε αυτό το καμπ μια σχέση εμπιστοσύνης με αρκετά άτομα. Πραγματοποιήσαμε δύο φορές και ολιγάριθμες πολιτικές διαμαρτυρίες με πανό και μικροφωνική. Τέλος, επισκεφτήκαμε τη Μαλακάσα την εποχή που είχε αποκλειστεί από χιόνια. Διαπιστώσαμε ότι ακόμα και όταν οι δρόμοι είχαν ανοίξει, οι υπηρεσίες και οργανισμοί ”πρόνοιας” έλειπαν, έχοντας εγκαταλείψει χιλιάδες μετανάστες/στριες αβοήθητους/ες, χωρίς νερό και ρεύμα.

-Στην Κόρινθο, πέρα από πολύ μικρή υλική στήριξη και πολιτικά κείμενα συμμετείχαμε με ντόπιες συλλογικότητες (odo, mano aperta) στην ανακοινωμένη διαδήλωση έξω από το κλειστό κέντρο κράτησης με αφορμή την αυτοκτονία μετανάστη στο camp.

-Σκαραμαγκά και Σχιστό έγιναν προσαγωγές σε πλησίον αστυνομικό τμήμα μόνο και μόνο για το απλό μοίρασμα κειμένων απέξω. Τα συντρόφια αφέθηκαν ελεύθερα.

-Μέλος μας επισκέφτηκε επιπλέον  τα Σφαγεία στη Ρόδο, για διανομή ειδών πρώτης ανάγκης, λίγους μήνες πριν την εκκένωση από την αστυνομία.

 

Κάποιες σκέψεις πάνω σε εμπειρίες και ερωτήματα προς το αντιρατσιστικό κίνημα

Γενικά Προβλήματα:

 

Σε όλα τα camp έχουμε συναντήσει ανάλογα προβλήματα, τα οποία πάντα έχουν ιδιαίτερες, μοναδικές αποχρώσεις. Το πρόβλημα της προσβασιμότητας μέσα στο camp και στην περίμετρό του, το πρόβλημα της γλώσσας, το πρόβλημα της διαμεσολάβησης ημών με τις μεταναστευτικές κοινότητες και τη διοίκηση, το πρόβλημα των άμεσων, πολλών και επιτακτικών υλικών αναγκών, το πρόβλημα του συνδυασμού υλικής υποστήριξης και πολιτικής επικοινωνίας.

Γενικές Ανάγκες:

Οι κοινές ανάγκες μεταναστών/στριών είναι. Ελευθερία (λόγω νομικού στάτους και της συνθήκης διαχείρισης του Covid-19), χαρτιά, διάφορα αιτήματα που αφορούν στάδια της διαδικασίας ασύλου, η περικοπή του cash, η εργασία και δικαιώματα για όσα άτομα δεν έχουν cash, η πρόσβαση στην ιατρικοφαρμακευτική περίθαλψη, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και ειδικά τα σχολεία, οι συνθήκες στέγασης στα camps, και η αστεγία στις πόλεις, η αστυνομική καταστολή, ο γεωγραφικός περιορισμός και η απομόνωση από τα αστικά κέντρα.

Υλική υποστήριξη και Εμπιστοσύνη

Η υλική υποστήριξη των μεταναστών/στριών στη πλειοψηφία των περιπτώσεων αποτελεί αναγκαία συνθήκη για τη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης ντόπιων-μεταναστριών, αν συνδυαστεί με το ότι δεν είμαστε ΜΚΟ, δεν έχουμε οικονομικό όφελος από όλο αυτό κλπ. Με την επαναληπτική επίσκεψη σε καμπς, μετανάστες/στριες πείθονται περισσότερο ότι η συλλογική μας βούληση δεν είναι να τους δώσουμε ψευδείς πληροφορίες, να διαμεσολαβήσουμε με το Κράτος κ.ο.κ.

Επίσης, η υλική υποστήριξη αποτελεί σημαντικό μέσο διεκδίκησης κοινωνικής ορατότητας και νομιμοποίησης, όταν συνδυάζεται με τον πολιτικό αγώνα.

Ωστόσο, συναντήσαμε πολλά προβλήματα σε αυτή τη διαδικασία. Αμέτρητες υλικές ανάγκες, λίγα δικά μας μέσα, ενώ συχνά δεν είχαμε την απαιτούμενη οργάνωση.

Σημεία πολιτικής σύγκλισης και αντιπαράθεσης

Εντός των μεταναστευτικών κοινοτήτων, υπάρχουν όχι μόνο άμεσες ανάγκες, αλλά διαφορετικές αξίες και πολιτικές απόψεις. Όπως συμβαίνει και με τον ντόπιο πληθυσμό, μπορούμε να επικοινωνήσουμε πολιτικά πιο εύκολα με τα πολιτικοποιημένα κομμάτια. Καθοριστικό ρόλο στην επικοινωνία μας με μεταναστευτικές κοινότητες συχνά παίζουν πολιτικοποιημένες γυναίκες-φεμινίστριες, νεολαία που είναι εξοικειωμένη με τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα και πηγαίνει σχολείο, πολιτικοποιημένοι άντρες κ.ο.κ.

Το ζήτημα της πατριαρχίας, ως τριπλή καταπίεση γυναικών, παιδιών, μη κανονικών, αποτελεί πολύ συχνά σημείο έντονης διαμάχης και πολιτικοποίησης. Επίσης το ζήτημα των εθνοτικών-πολιτισμικών διαφορών διαιρεί ανάμεσα σε πιο συντηρητικές-απομονωτικές και πιο διεθνιστικές αντιλήψεις. Το ταξικό ζήτημα διαπερνά εσωτερικά τις μεταναστευτικές κοινότητες και τις διαιρεί ανάμεσα σε πιο πλούσια και πιο φτωχά άτομα, με τα πρώτα να παίζουν συχνά ρόλο άτυπων εκπροσώπων, διαμεσολαβητών για διάφορες εξυπηρετήσεις κλπ. Η εσωτερική ταξική διαστρωμάτωση, σε συνδυασμό με τις διαφορετικές νομικές ταχύτητες (διαφορετικά νομικά status), δημιουργεί επίσης προστριβές και ομαδοποιήσεις.

Υπάρχει και μια σχέση αμφίδρομης πολιτικοποίησης ντόπιων-μεταναστριών. Σε αρκετές περιπτώσεις επισκέψεων σε camps, η δική μας θέληση για παροχή ειδών ανάγκης και πολιτική επικοινωνία με μεταναστευτικές κοινότητες, έχει προτρέψει τις κοινότητες μεταξύ τους να παραμερίσουν κάποιες διαφορές και να συνομιλήσουν μεταξύ τους και μαζί μας με πιο ισότιμους όρους. Επίσης, η δική μας παρουσία κάποιες φορές αποτέλεσε ένα επιπλέον μέσο ώστε διάφορα υποτιμημένα κομμάτια, πχ μεταναστών/στριών από την Αφρική, γυναικών και παιδιών εντός των κοινοτήτων τους κλπ να διεκδικήσουν καλύτερες θέσεις εκπροσώπησης στο εσωτερικό των μεταναστευτικών κοινοτήτων και προς τον «έξω», ντόπιο κόσμο.

Το ζήτημα της εκπροσώπησης

Μόνο στη Ριτσώνα συναντήσαμε ένα πρωτόλειο σύστημα εκπροσώπησης της κάθε κοινότητας. Ωστόσο, και σε αυτό το camp το σύστημα εκπροσώπησης εξελίχθηκε με την επανάληψη των επισκέψεών μας εκεί. Για να παραδίδουμε είδη πρώτης ανάγκης και για να καταγράφουμε αιτήματα, ανάγκες και επιθυμίες των μεταναστών/στριών, έπρεπε οι κοινότητες να έχουν εσωτερικές διαδικασίες εκπροσώπησης, συναπόφασης, κοινά κριτήρια καταγραφής και προτεραιοποίησης των αναγκών των πιο ευάλωτων κλπ. Συχνά τις εργασίες αυτές αναλαμβάνουν είτε εθελοντικές ομάδες μεταναστών/στριών, είτε πάγιες, πατριαρχικού τύπου, ιεραρχίες μεταξύ των οικογενειών μιας κοινότητας, είτε πρωτοβουλιακά κάποια άτομα που διεκδικούν μια θέση στο υπό διαμόρφωση σύστημα εκπροσώπησης της κοινότητάς τους και μεταξύ των κοινοτήτων. Στη Ριτσώνα, η κουρδική κοινότητα βρισκόταν σε θέση υπεροχής, και είχε ως εκπρόσωπο έναν γενικό εκπρόσωπο του camp, η αραβόφωνη κοινότητα είχε εσωτερικές διαιρέσεις και μία βασικά οικογένεια-εκπρόσωπο, ανάλογη κατάσταση ίσχυε και με τη φαρσόφωνη κοινότητα, ενώ η αφρικανική κοινότητα υποτιμώνταν συστηματικά από τις άλλες κοινότητες. Γενικά οι εκπρόσωποι πάντα παίζουν, αντιφατικά, και προωθητικό και περιοριστικό ρόλο. Από τη μία οργανώνουν τη συζήτηση με συλλογικούς όρους, μειώνοντας διακοινοτικές και άλλες προστριβές, από την άλλη περιορίζουν αγωνιστικές επιθυμίες των πολλών.

Σε άλλα camps έχει παρατηρηθεί μια κατάσταση περισσότερο ατομικών και οικογενειακών στρατηγικών, και απουσία εκπροσώπησης των κοινοτήτων.

«Κοινοί αγώνες ντόπιων-μεταναστριών»

Το πρόταγμα «κοινοί αγώνες ντόπιων-μεταναστριών» συναντά όρια στη διαφορετική θέση και τα διαφορετικά προνόμια που έχουν οι πολίτες, εν προκειμένω της Ελλάδας, έναντι των μεταναστών/στριών. Κατά κανόνα στεκόμαστε απλά αλληλέγγυοι/ες σε αγώνες των μεταναστών/στριών, έχοντας υποστηρικτικό ρόλο. Είναι σπάνια μια πολιτική διαμόρφωση αιτημάτων και διεκδικήσεων που να τείνει σε μια πραγματική ισοτιμία, δείχνοντας τη δυνατότητα μιας υπέρβασης της πραγματικής υλικής και νομικοπολιτικής ανισοτιμίας την οποία αντιμετωπίζουμε.

Κοινωνική και Πολιτική Απομόνωση των αγώνων

Υπάρχει απομόνωση των αγώνων των μεταναστών/στριών και των αλληλέγγυων από άλλους κοινωνικούς αγώνες. Το ντόπιο κίνημα σε γενικές γραμμές δεν έχει εικόνα και δεν επιδιώκει να έχει εικόνα της ζωής των μεταναστριών. Η ατομική γνώση πολλών για αυτά τα ζητήματα δεν γίνεται συλλογική δράση και προσπάθεια. Υπάρχει μια ιδεολογική αναπαράσταση των μεταναστών/στριών, ενάντια στον εθνικό κορμό, που δεν επικοινωνεί ουσιαστικά μαζί τους, δεν έχει τριβή με τα προβλήματά τους κλπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το κίνημα στην Αθήνα, ακόμα και το αντιρατσιστικό κίνημα, δεν επισκεπτόταν σχεδόν ποτέ καμπς που βρίσκονται σε απόσταση μιας ώρας από την Αθήνα.

Στα ζητήματα Στέγασης, Υγείας, Εργασίας, Φεμινιστικών αγώνων και Εκπαίδευσης μπορούμε να κάνουμε πολλά περισσότερα βήματα στην οικοδόμηση μιας κοινής αγωνιστικής συνύπαρξης.

Στέγαση: είναι σημαντικό το ζήτημα της αποτίμησης των καταλήψεων στέγης για μετανάστες/στριες, το ζήτημα της εναντίωσης στις εξώσεις (από τη πρωτοβουλία ενάντια στις εξώσεις που καλούσε το ΣΒΕΜΚΟ μέχρι τη πολύ μικρή δράση της δικής μας συνέλευσης), το ζήτημα αγωνιστικής διεκδίκησης να ανοίξουν σπίτια και ξενοδοχεία από το πλεονάζον στεγαστικό απόθεμα του ελληνικού κράτους και της Ε.Ε. Και όλα αυτά στην κατεύθυνση σύνδεσης με το στεγαστικό των ντόπιων. Μια τέτοια μικρή προσπάθεια ήταν η κοινή μας πορεία με τη συνέλευση για τα ενοίκια και η μαζική, πολύγλωσση επικοινωνία, κατά τη διάρκεια της πορείας, με μεταναστευτικό κόσμο στη Βικτώρια, τον Άγιο Παντελεήμονα, την Κυψέλη κ.α. Επίσης δημιουργήθηκε ένας συντονισμός ενάντια σε εξώσεις αναγνωρισμένων προσφύγων από άλλες συλλογικότητες (Coordination against Evictions), ενώ μπλοκαρίστηκαν 6 εξώσεις μεταναστών/στριών από ΜΚΟ που βρίσκονταν σε εξέλιξη.

Υγεία:

Προσπαθήσαμε, πέρα από την παροχή συνταγογραφημένων φαρμάκων, να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο υγειονομικής αλληλεγγύης για την εξυπηρέτηση μεταναστών/τριών. Η σχετική ομάδα εργασίας μας δημιούργησε αυτό το δίκτυο και μετά από κάποιες μήνες η προσπάθεια ατόνησε υπό το βάρος της δέσμευσης που χρειαζόταν κάτι τέτοιο. Παραμένει ωστόσο ένα δίκτυο αλληλεγγύης που εξυπηρέτησε και εξυπηρετεί σε μικρό βαθμό ιατρικές ανάγκες μεταναστών/στριών. Συμμετείχαμε για την κοινωνικοποίηση του ζητήματος στην καμπάνια ”Υγεία χωρίς Αποκλεισμούς”.

Εργασία: έχουμε ασχοληθεί λιγότερο ή περισσότερο με τρεις περιπτώσεις σύγκρουσης των μεταναστών/στριών με τα αφεντικά τους. Δεν έχουμε καταφέρει να συνδέσουμε συνολικά τη δράση μας το ζήτημα της ταξικής εκμετάλλευσης μεταναστών/στριών και ντόπιων (κάμποι Θεσσαλίας, Β.Ελλάδα Πελοπόννησος, Αθήνα, νησιά, κ.α).

 

Αγώνες ενάντια στην πατριαρχία: Στο camp της Ριτσώνας αυτοοργανώθηκε ομάδα μεταναστριών, συγκρουόμενη με την πατριαρχική δομή εκπροσώπησης και αγωνιζόμενη για τις ανάγκες και τις επιθυμίες των γυναικών του camp. Με πανό που μας έδωσε αυτή η ομάδα συμμετείχαμε στη φεμινιστική διαδήλωση της 8ης Μάρτη. Διατηρούμε ομάδα εργασίας (fem soli) και κοινοποιήσαμε τη σχετική εμπειρία μας στη ραδιοφωνική εκπομπή ραπ σκάνδαλο. Θεωρούμε πως η σύνδεση μεταναστευτικών-φεμινιστικών αγώνων είναι πολύ σημαντική για το πολυεθνικό κίνημα που θέλουμε να χτίσουμε, αλλά και για τις εσωτερικές σχέσεις της συνέλευσής μας.

Εκπαίδευση: δεν έχουμε φτιάξει τις συνδέσεις ντόπιων-μεταναστριών που είναι εφικτές, στο ζήτημα της εκπαίδευσης, μέσα και έξω από τα σχολεία, μέσα στα camps στις αυτοοργανωμένες προσπάθειες, κ.α. Μέσα στην πανδημία, για χιλιάδες παιδιά μεταναστών/στριών η πρόσβαση στην εκπαίδευση ουσιαστικά καταργήθηκε με την επιβολή της αναγκαστικής στη πράξη τηλεκπαίδευσης, που εντείνει τους ρατσιστικούς και ταξικούς αποκλεισμούς. Συμμετείχαμε σε φοιτητική διαδήλωση με πανό για την εκπαίδευση των μεταναστών/στριών, και συνδεόμαστε με κάποιους εκπαιδευτικούς που αγωνίζονται για το δικαίωμα πρόσβασης μεταναστών/στριών σε σχολεία, και με προσπάθειες μεταναστών/στριών για την εκπαίδευση. Η εκπαίδευση είναι βασική επιθυμία μεταναστών/στριών.

Τέλος, το ζήτημα της αστυνομικής καταστολής μπορεί να θεωρηθεί επίσης σημαντικό πεδίο, από τα pushbacks στα σύνορα μέχρι την επιβολή του lockdown στα καμπς και τις πόλεις, ενάντια κυρίως σε μετανάστες/στριες αλλά και σε ντόπιους/ες. Αναδύεται μια αντικατασταλτική κοινότητα αγώνων ως δυνατότητα απέναντι σε ελληνικό κράτος και Ε.Ε. Για το λόγο αυτό συμμετείχαμε σε συνέλευση ενάντια στα πρόστιμα και το lockdown και συνδιοργανώσαμε κοινές αντιλοκνταουν δραστηριότητες σπάζοντας απαγορεύσεις κυκλοφορίας, κυρίως στην πλατεία πρωτομαγιάς και στα camps κατά τη διάρκεια του lockdown

Ανατροφοδότηση προσωπικού-πολιτικού, ιδιωτικού-δημοσίο

Έχουμε κάνει διαφόρων ειδών συνδυασμούς προσωπικού-πολιτικού, ιδιωτικής και δημόσιας δράσεις. Όπως αναφέρθηκε, είναι αναγκαίο όποιο άτομο θέλει να συνδεθεί με μετανάστες/στριες να ενδιαφέρεται για τα προσωπικά τους προβλήματα και ανάγκες, που συχνά είναι επιτακτικά/ες. Από την άλλη μεριά, η έλλειψη πόρων και ο αυτοργανωμένος χαρακτήρας της συνέλευσής μας βάζει όρια στο πόσο μπορούμε να βοηθήσουμε. Είναι αναγκαία μια σύνδεση προσωπικών αναγκών και πολιτικής-συλλογικής δράσης που δεν έχουμε πετύχει ακόμα και μας έχει δυσκολεύσει ιδιαίτερα ως συνέλευση. Όσον αφορά τη σχέση ιδιωτικού-δημόσιου, κάποιες φορές μετανάστες/στριες δεν επιδιώκουν τη δημοσιοποίηση, ως έκθεσή τους, συνήθως όμως όσον αφορά τις διαδηλώσεις την επιδιώκουν ως ενισχυτική της ορατότητας και των αιτημάτων τους. Η δημοσιοποίηση βοηθά και την ανατροφοδότηση των δράσεων και της επικοινωνίας μεταξύ των camps και μεταξύ camp-πόλεων.

Καταληκτικά σχόλια

Η επιδείνωση της ζωής των μεταναστών δεν περιορίζεται στους ανθρώπους που βρίσκονται σε στρατόπεδα. Χιλιάδες μετανάστες στα νησιά και την ηπειρωτική χώρα βρίσκουν κλειστές τις πόρτες των νοσοκομείων. Ο αποκλεισμός τους από την ιατρική περίθαλψη είναι μια άλλη όψη της αντι-μεταναστευτικής πολιτικής του ελληνικού κράτους. Ο συνεχής πόλεμος εναντίον των μεταναστών/στριών τους καθιστά ευάλωτους και δημιουργεί μια απειλητική κατάσταση για την υγεία τους, καθώς τα χρόνια προβλήματα υγείας παραμένουν χωρίς επίβλεψη, ενώ τα άτομα χωρίς Αριθμό Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) αποκλείονται οριστικά από τη δυνατότητα συνταγογράφησης των απαραίτητων φαρμάκων, ενώ ασθενείς με προβλήματα που απαιτούν χειρουργική επέμβαση δεν έχουν πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη και ως εκ τούτου η κατάστασή τους επιδεινώνεται και γίνεται χρόνιο πρόβλημα. Το πεδίο αυτού του αποκλεισμού επεκτάθηκε από την κρατική διαχείριση της πανδημίας, εντείνοντας το καθεστώς στρατιωτικής-αστυνομικής διαχείρισης, ειδικά για εκείνους που ζουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ωστόσο, οι μετανάστες/στριες αντιστέκονται και συνεχίζουν να πολεμούν. Το ελληνικό κράτος και η ΕΕ δεν μπορούν να αποτρέψουν όλους τους ανθρώπους που θα ήλπιζαν από το να περάσουν τα σύνορα. Όπως είναι εμφανές από τις κινητοποιήσεις μεταναστών στον Ελαιώνα, τη Ριτσώνα, τον Σκαραμαγκά και την Υπηρεσία Ασύλου στην Κατεχάκη, οι αγώνες δεν σταμάτησαν στην πανδημία. Για παράδειγμα, οι μετανάστες αρνήθηκαν τα τρόφιμα που διανέμονται από τον στρατό στη Μόρια-2, αντιστάθηκαν στις περισσότερες από 10.000 εξώσεις του ΔΟΜ, άλλων ΜΚΟ και του Ελληνικού Δημοσίου. Αντιστάθηκαν στον πόλεμο που διεξήχθη εναντίον τους με κάθε τρόπο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως ο αγώνας των ντελιβεράδων της Ντόμινο, ντόπιοι και μετανάστες πολέμησαν μαζί.

Ελευθερία κινήσεων και υγειονομική περίθαλψη για ντόπιους και μετανάστες

Κλείστε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης

Στέγαση στον αστικό ιστό για όλους

Ίση απασχόληση, εκπαίδευση, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα

 

Experiences from the camps

Since the early days of Solidarity With Migrants assembly, our first goal was to illustrate  that “war is here”, just next to us, in the places where we live. Not just in the Middle East and Africa, nor just in Moria, about which everyone has had something to say depending the circumstance. The war exists in all 12 camps- confinement structures in Athens and near Athens. In Eleonas, in Ritsona, in Malakasa. This means that if we aspire to be in solidarity, we need to be aware of how migrants live, we need to communicate with them and fight with them right here. This is why the first mobilizations we participated in were in the camp of Eleonas.

 

All this time, and especially before the lockdown, we have been organizing open assemblies with other groups, as well as demonstrations and other activities. The lockdown curbed this mobilization. If the lockdown alienated locals, it certainly created even more distance between the national population and migrants. The State used the pandemic to prevent communication between migrants and locals in solidarity, to make camps even more secluded, to reject more asylum applications (by complicating procedures), to impose fines of up to 5000 euros as migrants told us (When a camp is under quarantine, regardless of whether a person has been diagnosed with covid-19 or not, they are considered to break the 14-day quarantine if they leave the camp).

 

During the lockdown we continued face-to-face assemblies and maintained our goal to provide material support to migrants both in the city and in camps (medicines and medical services through solidarity networks, clothes, food, etc.). We sought to keep up with the political communication we had already initiated and we supported migrant struggles. We have visited the camps of Ritsona, Eleonas, Malakassa dozens of times. We have also made several visits to the  camps of Skaramagas, Schisto, Elefsina, Corinth and the detention center of Amygdaleza.

 

 

We participated in joint assemblies of locals and migrants both inside the camps and at the gate, as well as in joint demonstrations (mainly in Ritsona but also in Eleonas). Besides the material support to people in camps, we held political protests along with migrants, having as main demands the provision of legalizing papers, freedom, health care, and access to education. In the cities, we were active in the provision of basic necessities in collaboration with Victoria Solidarity, the self-organised social space Perasma and Zizania social center. We supported migrants to challenge fines and lockdown by providing access to legal aid. We got involved in some cases of labour exploitation and employer arbitrariness towards migrants who worked in the center of Athens, in the Peloponnese or in Northern Greece. We accompanied migrants to hospitals. The recent deaths of migrants have reminded us that there is no real involvement with the “migrant issue” without personal involvement and day-to-day coexistance with migrants, having as a main stake the creation of interpersonal but also comradely relationships. The recent deaths in the camps highlight how important this is.

 

Some indicative experiences we gained in camps, that have been publicized in part, are the following:

 

 

Ritsona

 

As soon as the first lockdown was imposed, we initiated discussions about which camp we should visit first. There were two scenarios: Eleonas, inside Athens, and Ritsona, just outside the town of Chalkida and near Athens. In the case of Eleonas, we had contact with an NGO worker and, in Ritsona, with a migrant woman we met during an anti-racist demonstration in Eleonas. Eventuall we decided to visit the camp of Ritsona as the second contact had more weight than the first for us.

 

 

Our first visit to Ritsona, aimed to provide material support, was accompanied by a dispute between migrants, which resulted in a small victory: after we exercised political pressure, the doors opened for us. A relationship of trust was formed. As some people told us, “when no one approached the camp because it was considered a health bomb”, we wanted to talk face to face with them, starting with the first lockdown. This relationship of trust resulted in us having the opportunity to see the whole camp. We were shown around by Christians and Muslims who took us in the mosques and other places of worship or common-used spaces. We were also invited to Ramadan by the Arab community.

 

It is noteworthy that representatives of SYRIZA and people from the camp (all this during the New Democracy government) tried to prevent us from visiting the camp and providing assistance, saying that we would instigate competition between migrants. Instead, they suggested to access the camp with the mediation of NGOs, which was presented as the only viable option. We refused to go this path. The distribution of necessities, however, as much as it was accompanied by political discussion and communication, indeed created frictions and competitions (not to the extent that the state propaganda portrays). The dispute over the way of distributing goods has led to processes of collective discussion, decision-making and politicisation both for us and migrant communities. More and more, the “rights” of the African community (which has been customarily excluded) have been recognized. The “rights” of women have also become more acknowledged through this process partially subverting the patriarchal structure of representation. However, as we will discuss later, the combined difficulties of material support (and therefore personal commitment to urgent needs), politicization and collective decision on problems of distribution still remain a general limit, problem and stake.

 

In Ritsona, we participated in 4 demonstrations, which to a certain extent we co-organized with migrants; the first demonstration (approximately 200+ people) was agreed with the representatives of the communities (Kurdish, Arabic, Farsi-speaking, African) and was initially banned by the Ministry of Migration. The second demonstration was semi-spontaneous. Following our political intervention with banners and material inside the camp, a march took place mainly by people from the African community and people from Afghanistan. The representatives of communities distanced themselves from this action, which saw people exiting the camp and marching together (about 80 people). The third demonstration we participated in was organized by the initiative of the Afghan community but other individuals participated too. The main demands were the provision of legalizing documents and the acceleration of asylum procedures. This series of demonstrations were met with repression by riot police and the OPKE police unit, that closed the entrance of the “open camp” and threw tear gas. The fourth demonstration (approximately 100-150 people) took place on the World Refugee Day (May 20) and was publicly announced. It was the outcome of communication between the communities and the participation of other individuals. Principal demands were papers, freedom, education, as well as opposition to the new wall that IOM, Greece, the EU put up around Ritsona camp.

 

The second time we went to Malakassa camp, on the occasion of the first confirmed death of a migrant from Covid, we spoke with IOM, that informed us that they had knowledge of the death, but refused to give us other information. From the second time we started delivering necessities and distributing political texts. In some of our visits we were accompanied by farsi-speaking migrant comrades and eventually by one comrade. We continued providing necessities and distributing political texts. Initially, as in Ritsona, the gate was sealed for us. Using as pressure point the provision of necessities, we gradually managed to gain some access. We delivered medicines and clothes to Malakassa several times, an activity that encountered many difficulties. The needs were innumerable, while our material means very limited. A relationship of trust was formed with several people in the camp. We organised  a small political protest with banners and open-mic in two occasions. Finally, we visited Malakassa when it was blocked by snow. We found that even when the roads were open, “welfare” services and organizations were lacking, leaving thousands of migrants helpless, without water and electricity.

 

In Corinth, in addition to very little material support and political texts we distributed, we participated in the publicly announced demonstration outside the closed detention center on the occasion of the suicide of a migrant in the camp along withlocal collectives (odo, mano aperta).

 

-In Skaramagas and Schisto camps, comrades were taken in to a nearby police station simply because they distributed texts outside the camp. The comrades were released.

 

-A member of our collective has  also visited the Slaughterhouses in Rhodes, for distribution of basic necessities, a few months before the evacuation by the police.

 

 

Reflections on experiences from camps and open questions to the antiracist movement

 

 

General Problems: In all the camps we have encountered similar problems, even though each case has special, unique nuances. Access within the camp and around the camp, the language barrier, the mediation with the migrant communities and the administration, the immediate, many and urgent material needs, the combination of material support and political communication remain persistent issues.

 

General Needs: The common needs of migrants relate to freedom (due to their legal status and the management of Covid-19 by the state), legalizing documents, various requests concerning stages of the asylum procedure, cash cuts, employment and rights for those without cash, access to medical care, access to education and especially schools, housing conditions in camps, and homelessness in cities, police repression, geographical restriction and isolation from urban centers.

 

Material Support and Trust: The material support towards migrants is in most cases a necessary condition for building a relationship of trust between locals and migrants, combined with the fact that we are not an NGO, we do not have a financial benefit from our involvement, etc. Through repeated visits to camps, migrants have been convinced that our collective will is not to give them false information, to mediate with the State and so on. Also, material support is an important means of claiming social visibility and legitimacy, when combined with political struggles. However, we have encountered many problems in this process. Countless material needs, very few material means, while often we did not have the required organization.

 

 

 

Points of political convergence and controversy

 

Within migrant communities, there are not only immediate needs, but different values​​and political views. As with the local population, communicating in political terms is easier with politicized migrants. A decisive role in our communication with migrant communities is played by politicized women-feminists, but also youth that is familiar with modern technological means and go to school, politicized men and so on.

 

 

The issue of patriarchy, as a triple oppression of women, children and non-conforming individuals is very often a point of intense controversy and politicization. Also, the issue of ethnic-cultural differences divides communities into more conservative-isolationist groupings and more internationalist ones. The class division permeates migrant communities internally and divides them between richer and poorer individuals, with the former often playing the role of informal representatives, mediators for accessing various services, etc. Internal class stratification, combined with different legal speeds (different legal status), also creates frictions and groupings.

 

 

There is also a two-way relationship between locals and migrants. In several occasions that we visited camps, our desire to provide necessities and foster political communication with migrant communities has prompted communities to put aside some differences and discuss with each other and us on more equal terms. Also, our presence has sometimes been an additional catalyst for various devalued parts of communities, eg African migrants, women and children, etc. to claim a better position of representation within the migrant communities and towards the “outside”, local world.

 

 

 

The issue of representation

 

Only in Ritsona did we meet a rudimentary system of representation of each community. Even in this case though, the representation system evolved during and because of our repeated visits there. In order to deliver basic necessities and to record the requests, needs and desires of migrants / communities, the communities had to mobilize internal procedures of representation, co-decision, they had to invent common criteria for recording and prioritizing the needs of the most vulnerable, etc. These tasks are undertaken either voluntarily by groups of migrants, or through fixed, patriarchal hierarchies involving families of a community, or by the initiative of some individuals claiming a place in the emerging system of representation of their community and between communities. In Ritsona, the Kurdish community was in a dominant position, and was represented by a general delegate of the camp, the Arab community had internal divisions and a central family that represented the community. We saw a similar situation with the Persian community, while the African community was systematically devalued by the other communities. In general, representatives always play contradictory, both advancing and restrictive roles. On the one hand, they organize the discussion in collective terms, reducing inter-communal and other kind of frictions, on the other hand, they limit the militant desires of many. In other camps, we have witnessed the prevalence of individual and family strategies, and a lack of community representation.

 

“Common struggles of migrants and locals”?

 

The call for “common struggles of locals-migrants”hits against the limit of different social positioning and different privileges that the citizens, in this case of Greece, have in relation to migrants. As a rule, we can merely stand in solidarity with the struggles of migrants, in a supporting role. It is a rare case to have a collective political formulation of demands and claims between local and migrants that tends to proper equality, pointing towards the possibility of overcoming the real material and legal-political inequality we are living in.

 

 

Social and Political Isolation of struggles

 

We observe a significant distance between the struggles of migrants and people in solidarity on the one hand and other social struggles on the other. The local movement in general has no image and does not seek to have an image of the life of migrants. The individual knowledge of many on these issues does not transform into collective action and effort. There is an ideological representation of migrants, against the national body, but there is not real communication and involvement with migrants’ problems, etc. It is indicative that the movement in Athens, even the anti-racist movement, has almost never visited camps that are located one hour from Athens.

On the issues of Housing, Health, Labor, Feminist struggles and Education we can take many more steps in building a common radical coexistence.

 

Housing:

 

Among the many important issues revolving around housing are: the legacy of housing squats for migrants, the opposition to evictions (starting from the initiative against evictions called by Base Union of NGO workers (SVEMKO) to the very limited action of our assembly), the radical claims to open houses and hotels drawing from the surplus housing stock of the Greek state and the EU. Our direction is connecting these matters with the housing issues of the locals. A small example of such an effort was our joint demonstration with the assembly for the rents, as well as the extensive, multilingual communication with migrants in Victoria, Agios Panteleimonas, Kypseli etc during the demonstration. In addition, a coordination against evictions of recognized refugees was set up by other collectives (Coordination against Evictions), while 6 evictions from NGO housing have been blocked.

 

Healthcare:

 

We tried, in addition to providing prescription medication, to create a healthcare solidarity network to support migrants. Our relevant working group set up this network and after a few months the effort faded under the weight of the commitment needed to maintain it. However, it remains a solidarity network that has served and still serves to a limited extent the medical needs of migrants. We participated in the publicization of the issue through the campaign “Health without Exclusions”.

 

 

Employment:

we have been involved more or less in three cases of migrants taking a stand against their bosses. We have not been able to connect our action as a whole with the issue of class exploitation of migrants and locals (plains of Thessaly, Northern Greece, Peloponnese, Athens, islands, etc.).

 

Struggles against patriarchy:

 

In the camp of Ritsona, a self-organised group of migrant women was set up, fighting against the patriarchal structure of representation and making claims around the needs and desires of the women of the camp. The group provided us with a banner that we used in the feminist demonstration on March 8. We have a relevant working group (fem soli) which shared its experience on the radio show ‘Rap scandal’. We believe that the connection between migrant and feminist struggles is very important for the multinational movement we want to build, but also for the internal relations of our assembly.

 

Education:

 

we have not yet forged the connections between locals and migrants that we think are possible around the issue of education, whether it is inside and outside the schools, inside the camps or in self-organized efforts, etc. Within the pandemic, access to education was virtually abolished for thousand migrant children with the imposition of compulsory e-learning, which intensifies racist and class exclusions. We have participated in a student demonstration with a banner pushing for the education of migrants, and we have connections with some teachers who are fighting for the right of migrants to access schools. We are also connected with efforts of migrants for education. Education remains one of the main desiires of migrants.

 

Finally, the issue of police repression can also be considered an important matter, given the pushbacks at the border, the imposition of lockdowns in camps and cities, mainly against migrants but also locals. The potential of an anti-repression community against the Greek state and the EU is emerging. For this reason, we participated in an assembly against fines and lockdown and co-organized joint anti-lockdown activities breaking curfews, mainly in May Day Square and in the camps during the lockdown.

 

Feedback between personal and political, public and private spheres

 

We have attempted various combinations of personal-political, private and public actions. As mentioned, anyone who desires to connect with migrants need to be interested in their personal problems and needs, which are often pressing. On the other hand, the lack of resources and the self-organized nature of our assembly puts limits on how much we can help. A connection of personal needs and political-collective action is necessary. We have not yet achieved this and in fact it has been particularly challenging for us as an assembly. Regarding the private-public relationship, we have to note that sometimes migrants avoid publicity in fear of exposure, but also, they commonly seek publicity regarding demonstrations to reinforce the visibility of their demands. Publicization also helps the communication between camps and between camps and cities.

 

 

Closing remarks

 

The deterioration of the migrant lives is not limited to people confined in camps. Thousands of migrants on the islands and mainland find hospital doors shut. Their virtual exclusion from medical care is another facet of the anti-immigration policy of the Greek state. The constant war against migrants renders them vulnerable and creates a threatening situation for their health as chronic health problems remain unattended, while people without Social Insurance Number (AMKA) are permanently excluded from the possibility of having their necessary medication prescribed, while patients with problems that require surgery do not have access to medical care and as a result their conditions deteriorates and becomes chronic. The scope of this exclusion was extended by the state management of the pandemic, intensifying the regime of military-police management, especially for those living in the concentration camps.

 

Still, migrants resist and continue to fight. The Greek State and the EU cannot deter all the people they would hope to at the border. As is evident from the migrant mobilizations in Eleonas, Ritsona, Skaramagas and the Asylum Service in Katehaki, struggles did not cease in the pandemic. For example, migrants refused the food distributed by the army in Moria-2, they resisted the more than 10,000 evictions by IOM, other NGOs and the Greek State. They resisted the war waged against them in all kinds of ways. In some cases, such as the Domino’s pizza delivery struggle, locals and migrants fought together.

 

Freedom of Movement and Health Care for Locals and Migrants

Shut down Concentration Camps

Housing in the urban fabric for everyone

Equal employment, education, social and political rights

 

Μαρτυρία της M. ενάντια στις εξώσεις μεταναστριών από Κράτος-ΜΚΟ

 

Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αστυνομία του υπουργείου μετανάστευσης, τα χέρια που διεκπεραιώνουν την ακροδεξιά πολιτική του.

Εμένα την ίδια με απειλούν, με πιέζουν, με ακολουθούν, ελέγχουν, πατρονάρουν, και μου λένε ψέματα συνεχώς τα στελέχη της ΜΚΟ Praxis. Έχουν έρθει μέσα στο σπίτι μου και ανέκριναν το παιδί μου, λένε ότι θα κόψουν το ρεύμα και το νερό, μας πετάνε στο δρόμο. Μου κάνουν έξωση με το πρόσχημα της ανθρωπιστικής βοήθειας.

Η ΜΚΟ «Πράξις», που δραστηριοποιείται για σχεδόν 17 χρόνια (ιδρ. 2004) έχει το 17% των διαμερισμάτων του προγράμματος στέγης ΕΣΤΙΑ στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Η ΕΣΤΙΑ είναι ένα πρόγραμμα στέγασης για αιτούσες και αιτούντες άσυλο, το οποίο αρχικά χρηματοδοτούνταν από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, έπειτα μετονομάστηκε σε ΕΣΤΙΑ 2 και πέρασε στα χέρια του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου. Η Πράξις τρέχει κι ένα απροσδιόριστο πρόγραμμα για χρήστες ουσιών στην Αθήνα.

Παρ’ όλα αυτά, η Πράξις είναι μία επιχείρηση κάτω από το προσωπείο του ανθρωπισμού. Ο πυρήνας της δραστηριότητάς της είναι η εκμετάλλευση των, όπως οι ίδιοι ονομάζουν, «ευάλωτων ομάδων»: μετανάστ(ρι)ες και χρήστ(ρι)ες ουσιών.

Η Πράξις είναι μία από τις οργανώσεις που αρνήθηκαν να συνεχίσουν στο πρόγραμμα ΕΣΤΙΑ , καθώς ισχυρίζονται ότι δεν θέλουν να συνεργαστούν με το κράτος. Γι’ αυτό κάνουν εξώσεις από τα διαμερίσματα. Στην πολιτική της Πράξις περιλαμβάνονται παρενοχλήσεις, εισβολές στα σπίτια μας, κανονιστική διαχείριση των ζωών μας με δικούς τους κανόνες, απειλές για δικαστήρια και αστυνομία και διακοπή του νερού και της ηλεκτροδότησης. Αυτά είναι τα εργαλεία τους για να υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Το πρώτο βήμα της δύναμής τους είναι να πάρουν από εμάς την ελευθερία των δικαιωμάτων και των επιλογών μας. Έχουν έλεγχο πάνω μας και μας στερούν τη βασική ελευθερία να παίρνουμε αποφάσεις για τις δικές μας ζωές. Η Πράξις έχει επιλέξει να χρησιμοποιεί τους/ τις μετανάστ(ρι)ες και να ασκεί πιέσεις για να ακολουθούμε τους κανόνες τους, έτσι ώστε να επωφελείται η ΜΚΟ. Εισβάλουν στα σπίτια μας όποτε θέλουν, κι όχι σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως σε περιπτώσεις φωτιάς ή άλλου κινδύνου, αλλά με σκοπό να ασκήσουν πίεση, μας καταπιέζουν και διαλύουν την αξιοπρέπειά μας. Αυτές οι πρακτικές δεν είναι άγνωστες σ’ εμάς, αφού η αξιοπρέπειά μας έχει ήδη κλονιστεί από τις ρατσιστικές διακρίσεις των υπηρεσιών ασύλου και αστυνομίας. Κρατούν τα κλειδιά των σπιτιών μας και τα χρησιμοποιούν για να κάνουν εξώσεις. Η Πράξις έχει επαναλάβει εκατοντάδες φορές ότι έχει το δικαίωμα να εισβάλει στα σπίτια μας και να μας πετάξει στο δρόμο, επειδή τους υποστηρίζουν οι νόμοι των εξώσεων.

Είναι σαφές στο καθένα: ΟΙ ΕΞΩΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΒΙΑ και παλεύουμε ενάντια στη βία, ενωμένα ενάντια σε αφεντικά και αρχές. Χιλιάδες μετανάστ(ρι)ες έχουν αντισταθεί σε εξώσεις. Η Πράξις δεν είναι η μόνη ανθρωπιστική επιχείρηση που εφαρμόζει τον βίαιο νόμο των εξώσεων. ΝΟΣΤΟΣ, GOODWILL CARAVAN και ΑΡΣΙΣ έχουν όλες χρησιμοποιήσει αστυνομική καταστολή για να επιβάλλουν αστεγία, βάζουν τις μεταναστευτικές ζωές σε κίνδυνο κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID_19 και σπάνε την αντίσταση των καταπιεσμένων. Κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown η ΑΡΣΙΣ με την αστυνομία έκαναν έξωση σε έναν άνδρα από το Αφγανιστάν. Στις 12 Ιουλίου στο Ίλιον η ΝΟΣΤΟΣ προκάλεσε τη σύλληψη μίας οικογένειας με ένα μωρό ενός χρονού. Τα περασμένα Χριστούγεννα η GOODWILL CARAVAN κάλεσε την αστυνομία για να πιέσει την έξωση μίας μητέρας με 4 παιδιά. Μία εβδομάδα αργότερα σε συνεργασία με τον ΕΡΥΘΡΟ ΣΤΑΥΡΟ και ένα κρατικό ξενώνα, η GOODWILL CARAVAN έκαναν έξωση σε μία άλλη μητέρα, η οποία εξ’ αιτίας της βίας και της αστυνομικής εμπλοκής κατέληξε σε υποχρεωτική νοσηλεία για λόγους πειθάρχησης. Αυτές είναι μόνο μερικές περιπτώσεις που έφτασαν στην αντίληψή μας.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι που οι ανθρωπιστικές οργανώσεις εκμεταλλεύονται την παρούσα πολιτική κατάσταση, για να κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται αδύναμοι και μόνοι, με μοναδικό σκοπό να τους εκμεταλλεύονται για το κέρδος. Η Πράξις καθρεφτίζει την καθημερινή αστυνομική καταστολή, την ρατσιστική δικαστική αρχή και το εκδικητικό υπουργείο μετανάστευσης με τις πρακτικές των απειλών και των παρενοχλήσεων. Ήδη το κολαστήριο της ελληνικής υπηρεσίας ασύλου είναι εξουθενωτικό, αλλά υποστηρίζει τους/ τις μετανάστ(ρι)ες (όπως λένε οι ίδιοι στα προφίλ τους). ΜΚΟ όπως η Πραξις ισχυρίζονται ότι οι εξώσεις υποστηρίζονται από τους νόμους της Νέας Δημοκρατίας. Η ίδια κυβέρνηση δολοφονεί στα σύνορα, κάνει συστηματικά επαναπροωθήσεις και απελάσεις, φυλακίζει αυθαίρετα ανθρώπους και αναγνωρίζει την Τουρκία ως ασφαλή χώρα με σκοπό να εντείνει τις επαναπροωθήσεις και αρνείται το άσυλο. Αυτές οι πρακτικές των παρενοχλήσεων, των απειλών, των δικαστηρίων και της αστυνομικής καταστολής είναι ευθεία σύγκρουση με το άρθρο 4 των ανθρωπίνων δικαιωμάτων: Προστασία της ζωής από τη σκλαβιά.

Είμαι μόνη μητέρα 2 παιδιών σε διαμέρισμα της Πράξις. Στην περίπτωσή μου, όπως και σε άλλες αντιστάσεις σε εξώσεις, η Πράξις έχει επιλέξει όλες αυτές τις απειλές. Έχουν χρησιμοποιήσει ανελλιπώς το κλειδί τους για να εισβάλουν στο σπίτι μου, παρ’ όλο που τους έχουμε πει ξεκάθαρα ότι δεν επιτρέπεται να μπαίνουν στο σπίτι μας χωρίς προηγούμενη συνεννόηση.

Στις 8 Ιουλίου, ο Αλέξης Μαργαλιάς, με άλλους άνδρες της Πράξις, εισέβαλαν στο σπίτι μου χρησιμοποιώντας τα κλειδιά τους, προτού άλλαξαν κλειδαριά. Πίεσαν την 12χρονη κόρη μου να τους πει προσωπικές πληροφορίες για μένα συμπεριλαμβανομένης και της εργασιακής μου κατάστασης, ενώ δεν έχουν κάνει τίποτα για μένα, καθώς η χρηματική μου βοήθεια μπλοκαρίστηκε 2 χρόνια πριν. Με πίεσαν να απομακρυνθώ από το σπίτι μου σε λιγότερο από 24 ώρες σε ένα προσωρινό κατάλυμα της Πράξις για 3 εβδομάδες σε μία προσπάθεια να με σταματήσουν να αντιστέκομαι στην έξωση. Φυσικά δεν δόθηκαν καθόλου λεπτομέρειες για αυτό το κατάλυμα και μετά προτάθηκε ένα αποτυχημένο, ασαφές πρόγραμμα ένταξης της Πράξις για 20 μόνες μητέρες, ξανά χωρίς διευκρινίσεις. Μου προσφέρθηκε ακόμα και η επιλογή να δουλέψω για την Πράξις για κάποιους μήνες, ίσως ακόμα και στις εξώσεις, αφού ήταν για τόσο λίγο χρονικό διάστημα! Σε όλες αυτές οι επιλογές θα έπρεπε να δεχτώ να φύγω από το σπίτι μου ακόμα και χωρίς να υπογράψω τίποτα και να παραλάβω έντυπο συμβόλαιο. Αυτές είναι συνηθισμένες ψεύτικες υποσχέσεις για να μας διώξουν, και δεν έχουν καμία διάθεση να δώσουν περισσότερες λεπτομέρειες, να κάνουν συμβόλαιο ή ακόμα και να συζητήσουν πρόσωπο με πρόσωπο αυτές τις επιλογές. Αντίθετα, μου ζητάνε να εμπιστευτώ την ίδια ΜΚΟ που μου κάνει έξωση.

Ο Αλέξης Μαργαλιάς ισχυρίστηκε ότι οι συνέπειες της αντίστασής μας θα οδηγήσουν στο δικαστήριο, καθώς έχουμε ήδη λάβει το εξώδικο. Για να εντείνει τις πιέσεις έδωσε έμφαση στο ότι θα πρέπει να πληρώσουμε τα δικαστικά έξοδα και το ενοίκιο στον ιδιοκτήτη. Ξέρουμε ότι το δικαστήριο θα αποφανθεί την καταδίκη μας, πράγμα που σημαίνει ότι τα χαρτιά και η πρόσβασή μας στην έκδοση διαβατηρίων πιθανών θα μπλοκαριστεί. Ξέρουμε ότι αυτή είναι μία ακόμα μέθοδος ελέγχου μέσω του φόβου.

Συνεχίζουμε να αντιστεκόμαστε και να ζούμε στο σπίτι μας, ενώ μας πιέζουν και μας απειλούν ότι θα κόψουν το νερό και την ηλεκτροδότηση από το τέλος του Ιουλίου.

Οι οργανώσεις πρέπει να σταματήσουν να χρησιμοποιούν την αστυνομική καταπίεση και τις δικαστικές αρχές πάνω από στις ζωές των μεταναστ(ρι)ών.

Οι ΜΚΟ είναι τώρα η αστυνομία του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου!

Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ!

Humanitarianism organisations are no more than the police of the Ministry of Migration, the hands that carry out far-right policy!

I myself have been threatened, pressured, followed, controlled, condescended to, and repeatedly lied to by workers at the NGO Praksis. They have come into my home and questioned my child, they have said they will cut utilities, they are pushing us to the street. I am being evicted under the guise of humanitarian aid.

The NGO Praksis that has existed for nearly 17 years (est. 2004) was running 17% apartments of the ESTIA housing program in Athens and Thessaloniki. ESTIA is an accommodation scheme for

people claiming asylum and was originally funded by UNHCR before being re-named ESTIA 2 and taken over by the Ministry of Migration. Praksis also run an undefined project for drug users in

Athens.

However, Praksis is a business run under the front of humanitarianism. At it’s core is the exploitation of what they call ‘vulnerable groups’: refugees and drug addicts.

Praksis are one of the organisations which refused to continue in the ESTIA 2 program as they claim to not want to collaborate with the state. They are therefore carrying out evictions from their

properties. Practices of Praksis include harassment, breaking into our homes, controlling our lives through rules, threats of court and police, and cutting the water and electricity. These are the tools

they use to defend human rights.

Their first step of power has been to take away our rights and choices. They have controlled us and removed us from basic decision making about our own lives. Praksis have chosen to use migrants and force us to follow orders so that the NGO can benefit. They break into our homes whenever they want, not in cases of emergency such as fire or danger, but in order to put

pressure, hold us down and break our dignity. These practices are not new to us as our self worth has already been taken away from us by the racially discriminating authorities of asylum and

police. They hold the keys to our homes and use them to evict us. Praksis has repeated hundreds of times that they have the right to break into our homes and throw our lives onto the street

because they are supported by the laws of eviction.

Its clear to everyone: EVICTION IS VIOLENCE and we fight against violence, united against bosses and orders. Thousands of migrants have resisted evictions. Praksis are not the only

humanitarian business that enforce the violent eviction law. NOSTOS, GOODWILL CARAVAN and ARSIS have all used police repression to impose homelessness, put migrant lives in danger during the COVID 19 pandemic and break the resistance of the oppressed. During the first lockdown ARSIS used the police to evict a single man from Afghanistan. On 12th July in Ilion NOSTOS

caused the arrest of a family including a 1 year old baby. And last Christmas GOODWILL CARAVAN called the police to intervene in the eviction of a single mother of 4. One week later in

collaboration with RED CROSS and a State Shelter GOODWILL CARAVAN evicted another single mother, which due its violent nature and police involvement resulted in an enforced

hospitalisation. These are only some of the cases that came to our notice

There are many ways in which humanitarian structures take advantage of the current political situation to make people feel weak and alone with the sole goal of being able to exploit them for

profit. Praksis mirrors daily police oppression, the racist justice system and vengeful ministry of migration in its practice of threats and harassment. Already the hell hole of the Greek Asylum

system is exhausting but rather than support migrants (as they profess in their profiles) NGOs like Praksis declare their evictions are justified because of the laws of New Democracy. The same

government that murders at the borders, enforces systematic pushbacks, arbitrarily incarcerates people and declares Turkey as safe to speed up deportations and deny asylum. These practices

of harassment, threats, courts and police are in direct contradiction to article 4 of human rights: Protection from a life of servitude.

I am a single mother of 2 living in Praksis accommodation. In my case, like others resisting eviction, Praksis chose all of these threats. They have been regularly using their key to break into

my home although we have said clearly that they are not allowed to enter the house without prior arrangement.

On 8th July Alexis Margalias, with other men from Praksis, broke into my house using their own key, before changing the lock. They pressed my 12 year old daughter for personal information

about me including my work situation, whilst they have done nothing for me since my cash assistance was blocked 2 years ago.

They pressed me to move from my house in less than 24 hours to a temporary Praksis accommodation for 3 weeks in an attempt to stop me from resisting eviction. Of course no details

were given of this place and after this failed vague information of a Praksis integration project for 20 single mothers, again without clarification, was suggested. I was even offered an option of

working for Praksis for a couple of months, perhaps even in the eviction process as it was so short term! All of these options I would have to accept on condition of leaving my house and

without signing anything or receiving a written contract. These are fake promises to push us out because they have no will to give further details, make a contract or even discuss in person these

options. Instead I am asked to trust the same NGO that is evicting us.

Alexis Margalias declared that the consequences of our resistance will lead to court as we have already received our out-of-court letter. To add pressure he emphasised that we would have to

cover court costs and rent to the owner. We know a court will end in our conviction which will mean our documents and access to passports will be blocked. We know this is another method

of control through fear.

We continue to resist and live in our home while they push and threaten to cut the water and electricity by the end of July.

NGOS MUST STOP USING POLICE AND COURTS OVER THE HEADS OF MIGRANTS

NGOs ARE NOW THE POLICE OF THE MINISTRY OF MIGRATION

RESISTANCE SHOULD BE EXPECTED!